- Γέροντα, πολλές φορές, όταν μου κάνουν μιά παρατήρηση, νομίζω πώς πρέπει νά δώσω εξηγήσεις, και λέω: Ναί, έτσι είναι, αλλά…. – Τί τό θέλεις αυτό το άλλα; Το άλλα δεν έχει… αλάτι και όλα τα αλλοιώνει με την κακή έννοια. Νά λές: Εύλόγησον, με τήν ευχή σου άλλη φορά θά προσέχω. – Γέροντα, όταν κάποιος βγάλη ένα λανθασμένο συμπέρασμα γιά μιά ενέργεια μου, χρειάζεται νά εξηγήσω πώς κινήθηκα; – Άν εχης πνευματική δύναμη, δηλαδή ταπείνωση, νά δεχτής ότι έφταιξες και νά μή μιλήσης. Αφησε νά σέ δικαίωση ό Θεός. Άν δεν μιλήσης εσύ, θά μιλήση μετά ό Θεός. Βλέπεις, ό Ιωσήφ, όταν τά αδέλφια του τον πούλησαν, δεν είπε: Είμαι αδελφός τους- δεν είμαι δούλος ό πατέρας μου μ’ αγαπούσε πιο πολύ άπό όλα τά παιδιά του. Δεν μίλησε, και μετά μίλησε ό Θεός καί τον έκανε βασιλιά. Τί νομίζεις, δεν πληροφορεί ό Θεός; Και άν ό Θεός γιά τό συμφέρον σου δείξη τήν αλήθεια, καλά. Άν όμως δεν τήν δείξη, πάλι γιά τό συμφέρον σου θά είναι όταν σέ άδικη κάποιος, νά σκέφτεσαι ότι δεν σέ αδικεί άπό κακία, άλλα επειδή έτσι είδε τά πράγματα. Ύστερα, άν δεν έχη κακία, ό Θεός θά τον πληροφόρηση, θά καταλάβη ότι αδίκησε καί θά μετανοήση. Μόνον όταν ύπάρχη κακία, δεν πληροφορεί ό Θεός, γιατί ή συχνότητα στην οποία εργάζεται ό Θεός είναι ταπείνωση-άγάπη. – Κάνει, Γέροντα, νά ζητάω εξηγήσεις μετά άπό μιά παρεξήγηση; – Χάλασε ό λογισμός σου; – Όχι. – Άν δεν χάλασε ό λογισμός σου, δεν χρειάζεται νά σου έξηγήση ό άλλος. Άν χάλασε ό λογισμός σου, καλό είναι νά σου δοθή μιά εξήγηση, γιά νά μή χαλάση περισσότερο. – Γέροντα, άν δεν έξηγης, γιά νά δικαιολόγησης τον εαυτό σου, άλλα λές πώς αντιμετώπισες ένα περιστατικό, πώς κινήθηκες κ.λπ.; – Δεν χρειάζεται. Καλύτερα νά λες εύλόγησον, και νά μην έξηγής. Έκτος άν σου ζητήσουν νά δώσης εξηγήσεις, τότε ταπεινά νά πής πώς έγινε. – Δηλαδή, Γέροντα, πότε πρέπει νά έξηγή κανείς; – Όταν πρόκειται γιά παρεξήγηση πού άφορα άλλους, τότε επιβάλλεται νά εξήγηση κανείς, γιά νά βοηθήση μιά κατάσταση. Ή όταν είναι κανείς ευαίσθητος, εχη και λίγο εγωισμό και μπορή νά καμφθή, άν δεν μιλήση, τότε καλύτερα είναι νά εξήγηση πώς κινήθηκε. – Μερικές φορές, Γέροντα, δεν μπορούμε νά ξεχωρίσουμε την δικαιολογία από τήν εξήγηση. – Ή δικαιολογία δεν φέρνει ανάπαυση στην ψυχή, ένώ ή εξήγηση φέρνει ανάπαυση και ειρήνη.
- Τον πόνο που κάνει να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια! Αυτά τα δάκρυα δεν είναι ούτε μετανοίας ούτε αγαλλιάσεως· που υπάγονται; Τι λέτε; – Μαρτύριο δεν είναι, Γέροντα; – Εμ, μαρτύριο είναι! – Γέροντα, όταν έχω δυνατό πόνο, δυσκολεύομαι να πω «δόξα Σοι ο Θεός». – Γιατί δυσκολεύεσαι; Να σκέφτεσαι τι τράβηξε ο Χριστός. Ξύλο, ονειδισμούς, φραγγέλωμα, σταύρωση! Και όλα τα υπέμεινε, «αναμάρτητος ων», για την σωτηρία μας. Και εσύ, όταν πονάς, να λες: «Για την αγάπη Σου, Χριστέ μου, θα υπομείνω». – Γέροντα, τι χρειάζεται για να ξεπεράσης τον πόνο; – Παλληκαριά, βία χρειάζεται. – Και τον ανυπόφορο πόνο πως τον αντιμετωπίζει κανείς; – Αν είναι κοσμικός, με το τραγούδι, αν είναι πνευματικός άνθρωπος, με την ψαλμωδία… Ο πατέρας μου μια φορά είχε πυρετό και πολύ πονοκέφαλο. Τι κάνει λοιπόν; Παίρνει και τρώει μια αλμυρή σαρδέλα, πίνει και ένα ποτήρι κρασί και άρχισε να τραγουδάη το «Ξύπνα καημένε μου ραγιά» και άλλα τραγούδια της κλεφτουριάς και έγινε καλά! Έτσι και εμείς να ψέλνουμε, για να διασκεδάζεται ο πόνος! Κι εγώ μια μέρα κρύωσα και είχα έναν πονοκέφαλο, που πήγαινε να σπάση το κεφάλι μου. Άρχισα λοιπόν μια πολύ ωραία ψαλμωδία και μου έφυγε ο πονοκέφαλος. Πράγματι η ψαλμωδία μαζί με την ευχή πολύ βοηθάει σ’ αυτές τις περιπτώσεις· απαλαίνει την ψυχή, την γλυκαίνει, γιατί οι συνεχείς θλίψεις και οι πόνοι την καταβάλλουν και της δημιουργούν ψύξη. Και χθες βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ από τον πόνο. Είπα πως, αν δεν ξημερώσω και πεθάνω, τότε θα έχω …μεγάλη μέρα. Στην άλλη ζωή δεν θα βραδιάζη ποτέ, ούτε θα ξημερώνη… Έπειτα πήρα ένα …χάπι· έψαλα «Τας αλγηδόνας των Αγίων…». Αυτό το …χάπι διαρκεί όλη την νύχτα! Έχουν τέτοιο χάπι εδώ οι γιατροί; – Γέροντα, λένε ότι την νύχτα οι πόνοι δυναμώνουν. – Ναι, βαραίνει την νύχτα ο άνθρωπος. Ύστερα την ημέρα οι άρρωστοι, επειδή έχουν συντροφιά, συζητούν κ.λπ., ξεχνούν τον πόνο. Το βράδυ που είναι μόνοι τους, πάει ο νους τους στον πόνο και νομίζουν ότι πονούν περισσότερο. Στην αρρώστια πόνοι θα υπάρχουν, αλλά σκοπός είναι να γυρίζουμε το κουμπί σε άλλη συχνότητα, για να ξεχνιούνται. Γιατί, αν δεν αντιμετωπίζης σωστά τον πόνο, θα πονάς δυο φορές. Αν σκέφτεσαι τον πόνο, θα διπλασιάζεται ο πόνος. Ενώ με έναν καλό λογισμό, αν λ.χ. θυμάσαι αυτούς που πονούν πιο πολύ από σένα ή αν ψάλης λίγο, ο πόνος ξεχνιέται. – Γέροντα, ο πόνος συνήθως σε προειδοποιεί ότι κάτι συμβαίνει στον οργανισμό. Στην συνέχεια πόση προσοχή πρέπει να του δίνης; – Πρέπει να δοκιμάζη κανείς την αντοχή του και ανάλογα να προσέχη. Ιδίως, όταν περάση η ηλικία, χρειάζεται προσοχή, γιατί ένα παλιό αυτοκίνητο, αν συνεχίση να τρέχη με την ίδια ταχύτητα που έτρεχε, όταν ήταν καινούργιο, θα φύγουν οι ρόδες από ‘δώ, το καρμπιρατέρ από ‘κεί… Το διάστημα που μου πονούσε η μέση, δεν μπορούσα να κάνω κομποσχοίνι όρθιος. Όταν είδα ότι λιγάκι βελτιώθηκε, σηκώθηκα και έκανα τα κομποσχοίνια όρθιος και μεγάλες μετάνοιες, οπότε με ξαναπόνεσε. Κάθησα λίγο. Μετά είπα: «Άντε να ξαναδοκιμάσω». Πάλι τα ίδια· πονούσα. Ύστερα δεν συνέχισα, αλλά είχα αναπαυμένο τον λογισμό μου. – Ένας πόνος, Γέροντα, που ξέρω ότι δεν έχει άλλη επίπτωση στον οργανισμό, δεν με ανησυχεί. Όταν όμως δείχνη ότι υπάρχει μια σοβαρή βλάβη, με ανησυχεί. – Κοίταξε, ο πόνος λ.χ. της μέσης μπορεί να μην έχη καμμιά επίπτωση στον οργανισμό, αλλά καθηλώνει το σώμα, ενώ τους άλλους πόνους τους υποφέρει το σώμα. – Γέροντα, όταν υποφέρη το σώμα, υποφέρει συγχρόνως και η ψυχή; – Όταν ο οδηγός είναι άρρωστος, δεν μπορεί να τρέξη το αυτοκίνητο. Η ψυχή υποφέρει, όταν πονάη το σώμα. Κατάλαβες; Της λείπει η διάθεση που έχει, όταν το σώμα είναι καλά. Αδιαθετεί και η ψυχή κατά κάποιον τρόπο. – Γέροντα, ο πόνος αγριεύει τον άνθρωπο; – Όταν ο άνθρωπος δεν αντιμετωπίση πνευματικά τον πόνο, μπορεί να αγριέψη. Όταν όμως τον αντιμετωπίση πνευματική, ηρεμεί και παρηγοριέται θεϊκά. Είναι πανηγύρι μετά η αρρώστια. Χαίρεται, γιατί θα πάη με τους Ομολογητές και τους Μάρτυρες. Οι άγιοι Μάρτυρες ξεχνούσαν τον πόνο, γιατί η αγάπη τους προς τον Χριστό ήταν μεγαλύτερη από τον πόνο και τον εξουδετέρωνε. – Αυτός που πονάει και δεν αντιμετωπίζει πνευματικά τον πόνο, δεν εξαγνίζεται; – Ο κοσμικός εξαγνίζεται, όχι όμως και ο μοναχός.
Αρτέμης: «Ο Θεός μας μιλάει κάθε στιγμή…».(Συνέντευξη & Βίντεο)
Μαρτίου 27, 2012 — Χαράλαμπος
Συνέντευξη στον Θεόδωρο – Νεκτάριο Ζούμπο για το pentapostagma.gr
Η πορεία του Νεοραψωδού Αρτέμη (Φανουργιάκη) είναι μακρά στην ελληνική μουσική σκηνή. Από τους TXC σε συνεργασία με τον Ευθύμη και τώρα μόνος του με τον «Λυκόσχημο Αμνό». Οι ρίμες του μαγεύουν και προβληματίζουν. Τα λόγια του ακόμα περισσότερο. Είχαμε την ευτυχία να μιλήσουμε με τον γνωστό καλλιτέχνη και να μας πει πολλά ενδιαφέροντα για την δουλειά του, την συνεργασία με τον Σταμάτη Σπανουδάκη, τον γέροντα Παϊσιο, την επανάσταση και την σχέση του με τον Θεό.
α) Δυο λόγια για τον καινούργιο δίσκο σου. Πώς προέκυψε ο τίτλος Λυκόσχημος Αμνός;
O «Λυκόσχημος Αμνός» είναι το αντίθετο του «Προβατόσχημου Λύκου». Όπως οι αποστατικές δυνάμεις έχουν τους πράκτορές τους, οι οποίοι ενδύονται την προβιά του προβάτου, προκειμένου να καταφέρουν πλήγματα στις τάξεις του λογικού ποιμνίου, έτσι υπάρχει και το αντίπαλον δέος, οι «Λυκόσχημο Αμνοί». Είναι οι σιωπηλοί εργάτες της αρετής, οι πολεμιστές του φωτός (όχι του «κτιστού» φωτός, αλλά αυτού που εκπορεύεται «εκ του Πατρός των Φώτων»), για τους οποίους ορίστηκε να αγωνίζονται πίσω αλλά και μέσα στις εχθρικές γραμμές. Οι άνθρωποι αυτοί κινούνται σε ένα στέρφο πνευματικά περιβάλλον και προκειμένου να φέρουν εις πέρας την αποστολή τους, να ρίξουν τον σπόρο του Καλού και να βλαστήσει, συχνά επιβάλλεται να υιοθετήσουν κάποιο αλλότριο εξωτερικό σχήμα. Το φαίνεσθαί τους, όχι μόνο δεν μαρτυρεί τίποτα από την εσωτερική τους ζωή – το αντίθετο μάλιστα…Ο δίσκος λοιπόν, είναι ουσιαστικά ένας φόρος τιμής σε αυτούς τους ανθρώπους.
β) Το τραγούδι «Μαξ (Πάθη και Αρετές)» αναφέρεται σε πραγματικά περιστατικά; Πως προέκυψε κι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας αλλάζει πορεία με τη βοήθεια ενός βιβλίου του γέροντα Παϊσίου;
Το συγκεκριμένο κομμάτι εμπίπτει στην κατηγορία του «storytelling» ραπ, στο «αφηγηματικό» είδος δηλαδή. Η ιστορία που περιγράφεται βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Ο Μάξιμος είναι υπαρκτό πρόσωπο, είναι παλιός μου φίλος από τη Θεσσαλονίκη και δόξα τω Θεώ σήμερα είναι μια χαρά. Κάποιες επιλογές στη ζωή του (τα περιγράφω αυτά στο τραγούδι) τον οδήγησαν σε νεαρή ηλικία στις φυλακές Διαβατών. Εκεί μέσα είχε φτάσει σε οριακό σημείο και του είχαν μπει λογισμοί μέχρι και να αυτοκτονήσει. Ώσπου έπεσε στα χέρια του το εν λόγω βιβλίο, που του έσωσε τη ζωή. Μετά την ανάγνωσή του, είδε τον κόσμο με άλλα μάτια. Άντλησε δύναμη. Ήρθε σε επαφή με την «αλήθεια που ελευθερώνει», και ένιωσε ελεύθερος παρά το γεγονός ότι βρισκόταν ακόμη στην ειρκτή.
Πιστεύω, ότι ο Θεός μας μιλάει κάθε στιγμή, αλλά εμείς αδυνατούμε να ακούσουμε τους «υπερκόσμιους ψιθύρους», επειδή ο σύγχρονος, κοσμικός τρόπος ζωής που έχουμε επιλέξει, ουσιαστικά κλείνει τους πνευματικούς μας δέκτες. Επιτρέπει λοιπόν ο Θεός κάποιες φορές να περάσουμε διάφορες ταλαιπωρίες, οι οποίες έχουν παιδευτικό ρόλο (όπως και ένας στοργικός και υπεύθυνος γονέας πράττει για το παιδί του), προκειμένου να καθαρίσουν οι δέκτες αυτοί. Ο Μαξ προφανώς έπρεπε να περάσει όλη αυτήν τη διαδικασία («μύηση»), προκειμένου να έλθει εις επίγνωσιν. Όλοι νομίζω περνάμε από αυτήν την διαδικασία, άλλος σε μεγαλύτερο, άλλος σε μικρότερο βαθμό. Είναι αυτό που αναφέρουν και οι Φιλοκαλικοί Πατέρες, ότι «…και το διαμάντι αν δεν «χτυπηθεί», αν δεν κατεργαστεί πρώτα, δεν γίνεται να φανεί η λάμψη του»!
γ) Από το πρώτο «Ξόδι», που γράφτηκε πριν χρόνια, φτάσαμε στο «Ξόδι Νο2». Πιστεύεις, ότι υπήρξε πικρή δικαίωση; Η κρίση είναι αποκλειστικά οικονομική ή έχει και πνευματικό υπόβαθρο;
Δυστυχώς υπήρξε η πικρή δικαίωση, αν και σαφώς θα προτιμούσα να είχα διαψευστεί και να ήταν τα πράγματα σήμερα ρόδινα στην πατρίδα μας. Το «Ξόδι νο 1», ήταν ένα κομμάτι από τον δίσκο «Έσσεται Ήμαρ» (ο τελευταίος δίσκος των Terror X Crew). Στο κομμάτι αυτό έκανα την αυτοκριτική μου, αναθεωρούσα κάποιες θέσεις μου, π.χ. αντί για το «Πολίτης του Κόσμου», επέλεγα το «Έλλην του Κόσμου», στην ουσία δηλαδή το οικουμενικό, το ελληνικό μοντέλο διεθνισμού της θυσιαστικής διακονίας προς τον πλησίον. Προσπάθησα να δώσω τη δική μου πρόταση, με την όποια αντίληψη και γνώσεις είχα ως πιτσιρικάς τότε, για το πώς έπρεπε να σταθούμε απέναντι σε όλες αυτές τις δυνάμεις που συγκροτούσαν το μέτωπο που ονομαζόταν «Παγκοσμιοποίηση», «Νέα Τάξη Πραγμάτων», «Νέα Εποχή», κλπ., το οποίο απεργάζονταν συστηματικά, την αποψίλωση όλων αυτών των στοιχείων που συγκροτούσαν την παράδοσή μας και γενικά των βασικών συστατικών της ιδιοπροσωπίας μας ως έθνους (πίστη, γλώσσα, τέχνες, κουλτούρα, περιβάλλον, κλπ.). Έκρουα τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά δυστυχώς, ό,τι και αν έλεγα, κατέληγε «εις ώτα μη ακουόντων». Η πλειοψηφία των Ελλήνων τότε δεν ήθελε «Κασσάνδρες», που να της χαλάνε την ευδαιμονιστική κραιπάλη. Ζούσε μέσα στον πυρετό της επίπλαστης ευωχίας του πολιτικού «Εκσυγχρονισμού» (ενθυμίστε φαντάζομαι το «εθνικό» όραμα του ευρώ, την προετοιμασία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, τα διακοποδάνεια, κλπ.) συμμετέχοντας στο «μικρονοϊκό κιτσαριό», στον «ιταμό, καλογυαλισμένο παλιμβαρβαρισμό» της εποχής, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε σε άρθρο του τότε, ο Χρήστος Γιανναράς.
Από εκείνη την περίοδο και για μία πενταετία περίπου, από το καθεστώς εκείνο στοχοποιήθηκα, κυνηγήθηκα, έγινα ο αποδιοπομπαίος τράγος για αμαρτίες άλλων, αποκλείστηκα από όλα τα ΜΜΕ, γενικότερα απομονώθηκα σαν καλλιτέχνης κλπ. αφού πρώτα βέβαια με στόλισαν με τα κοσμητικά «φασίστας», «τρελός», «συνωμοσιολόγος», «γραφικός», κλπ. Τώρα σχετικά με το αν η κρίση είναι αποκλειστικά οικονομική: σαφώς και πιστεύω, ότι είναι και οικονομική, ότι δεχόμαστε ως χώρα έναν οργανωμένο οικονομικό πόλεμο, ότι είναι το ΔΝΤ, οι τράπεζες, κλπ, κλπ, κλπ, όμως αυτό είναι η εξωτερική στοιβάδα· ο πυρήνας του προβλήματος θεωρώ, ότι είναι πνευματικός. Θα σου εξηγήσω τι εννοώ.
Κάποια στιγμή στο παρελθόν άκουσα τον μακαρίτη τον Γιάννη Φουράκη, τον «δι’ Ελληνισμόν σαλόν», να λέει ότι «ο Έλλην είναι ο Ιερεύς της Οικουμένης». Η φράση αυτή αποτυπώθηκε στο μυαλό μου! Σκεπτόμουν ότι, αν ο πλανήτης μας νοηθεί ως Ναός, το Ιερό αυτού του Ναού, πρέπει να είναι η Ελλάδα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Χριστιανισμό. Έστω και λίγο, διαγωνίως, να μελετήσουμε Εκκλησιαστική Ιστορία, αντιλαμβανόμαστε εύκολα τον βαθμό που συνεισέφεραν οι Έλληνες στην εκπνευμάτιση του κόσμου. Το πλήθος των Μαρτύρων, οι Άγιοι, οι πνευματέμφοροι Πατέρες, που δογμάτισαν απλανώς, κλπ, ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία Έλληνες. Εντελώς ενδεικτικά αναφέρω τις περιπτώσεις του Αγίου Θεοδώρου από την Ταρσό, αρχιεπισκόπου Canterbury, για το έργο που έκανε στη Δύση (φωτιστής των Άγγλων) και τον Άγιο Μάξιμο τον Γραικό, για το έργο που έκανε στην Ανατολή (φωτιστής των Ρώσων).
Όλα αυτά βέβαια δεν τα λέω αυτό από κάποια σοβινιστική διάθεση, από τάση να μειώσω κάποιον άλλο λαό, κλπ. Το λέω γιατί θέλω να τονίσω, ότι ανέκαθεν ο Έλλην, είχε έναν πνευματικό, φωτοδοτικό ρόλο, τον οποίο αποποιήθηκε, θαμπωμένος από τα ψευδώνυμα εκ Δυσμών «φώτα», καταλήγοντας δέσμιος της «βαρείας ύλης». Διέπραξε με λίγα λόγια «ύβρη». Και όταν διαπράττεις «ύβρη» ακολουθεί η «Άτη», η «Νέμεσις» και η «Τίσις», το γνωστό δηλαδή τραγικό σχήμα που μας δίδαξαν οι αρχαίοι τραγικοί μας ποιητές. Όπως λειτουργούν οι φυσικοί νόμοι, έτσι λειτουργούν και οι πνευματικοί. Θεωρώ, ότι στην παρούσα μας έχει επιβληθεί ως έθνος, άνωθεν ένας «κανόνας». Όπως υπάρχει «κανόνας» σε επίπεδο ατομικό (όπως π.χ. του φίλου μου του Μαξ που προανέφερα), υπάρχει και «κανόνας» σε επίπεδο συλλογικό.
Φρονώ, ότι στο μέτρο που θα μετα-νοήσουμε, σε αυτό το μέτρο θα εγερθούμε πάλι. Οδηγοί μας προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι ήρωες του ’21, οι οποίοι βρισκόντουσαν σε μετάνοια και είχαν μυστηριακή ζωή, γι’ αυτό και ο αγώνας τους ευλογήθηκε και απέδωσε καρπούς. Δυστυχώς όμως, φως στον ορίζοντα δεν βλέπω άμεσα, γιατί όλα αυτά τα θέματα, ακόμα και σήμερα, δέχονται τη χλεύη από τους περισσότερους συμπατριώτες μας. Για να πραγματοποιηθεί η επ-ανάσταση, πρέπει να προηγηθεί η Ανάσταση (πρωτίστως εντός μας), ειδάλλως η λέξη «επανάσταση» παραμένει μία λέξη κενή νοήματος.
δ) Πρόσφατα συνεργάστηκες στον δίσκο σου Mash Up Sessions 1 με τον Σταμάτη Σπανουδάκη. Τι αποκόμισες από αυτήν συνεργασία; Θα υπάρξει συνέχεια;
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 στριφογύριζε στο μυαλό μου η ιδέα για τη δημιουργία ενός mash up δίσκου (εις την «καθ’ ημάς» νόρμα) στο πνεύμα του «The Rapsody Overture: Hip Hop Meets Classic …» και του «S&M», του δίσκου που είχαν κυκλοφορήσει οι Metallica σε συνεργασία με την Συμφωνική Ορχήστρα του San Francisco.
Αρκετά χρόνια αργότερα, καλοκαίρι του 2006, βρέθηκα σε μία συναυλία του Σταμάτη Σπανουδάκη στο Ηρώδειο, όπου άκουσα μία διασκευή του «Κύριε Ελέησον» με electro στοιχεία, διασκευή που είχε κάνει ο Σταμάτης ειδικά για εκείνη την βραδιά. Συνειδητοποίησα τότε με την αρωγή ποίου θα μπορούσε να υλοποιηθεί αυτό το μουσικό μου απωθημένο! Τώρα, το κατά πόσο πέτυχε το εγχείρημα, θα το κρίνουν βέβαια οι ακροατές. Για μένα, αυτός ο δίσκος με τον Σταμάτη είναι η σημαντικότερη συνεργασία της μουσικής μου πορείας. Αυτό που κρατάω από αυτή τη συνεργασία, πέραν της εμπειρίας φυσικά, είναι η φιλία· γιατί διατηρήσαμε επαφή και μετά το πέρας των ηχογραφήσεων.
Ο Σταμάτης είναι μεγάθυμος, δοτικός και άνθρωπος με πίστη! Θυμάμαι κάποια περίοδο που είχε κάποιο πρόβλημα υγείας, αναφερόταν σε αυτό ως «επίσκεψη Θεού». Είναι υπομονετικός, «προσγειωμένος» (χωρίς εκείνα τα σύνδρομα «υψηλοφροσύνης» που συναντάς σε άλλους συνθέτες) και έχει επίσης απίστευτη αίσθηση του χιούμορ! Ενημερωτικά, να αναφέρω σε αυτό το σημείο (για να μην πηγαίνει ο κόσμος άδικα στα δισκοπωλεία) ότι ο εν λόγω δίσκος δεν υπάρχει πλέον στο εμπόριο. Κυκλοφόρησε τα Χριστούγεννα του 2010, αλλά μετά από έναν μήνα αποσύρθηκε από την κυκλοφορία και όσα αντίτυπα είχαν μείνει καταστράφηκαν από την εταιρεία… Αυτά όμως αποτελούν θέμα άλλης συζήτησης. Το θετικό είναι ότι, γίνονται κάποιες συνεννοήσεις, ώστε να επανακυκλοφορήσει μέσω άλλης οδού.
Ως προς το «Μash Up Sessions II», ναι, έχω στο πλάνο μου κάποια στιγμή να το κυκλοφορήσω, αλλά νομίζω, ότι ακόμη είναι αρκετά νωρίς να μιλάμε για αυτό.
ε) Μετά την επιτυχή συναυλία-παρουσίαση του «Λυκόσχημου Αμνού» σε μουσικό χώρο των Αθηνών ποιά είναι τα επόμενα σχέδια σου;
Στα άμεσα σχέδιά μου είναι μία μίνι-περιοδεία στο πλαίσιο της παρουσίασης του νέου δίσκου. Η αρχή έγινε στην Αθήνα στο Γκάζι στο «ΚοοΚοο», όπου ήταν και η πρώτη επίσημη παρουσίαση. Ακολουθούν: 3 Μαρτίου Χαλκίδα (Στρογγυλό), 16 Μαρτίου Ιωάννινα (Boxx), Σάββατο 31 Μαρτίου Θεσσαλονίκη (Block 33), 1 Απριλίου Πτολεμαΐδα (Διπλό) και έπεται συνέχεια! Σύντομα θα ανακοινωθούν και άλλες ημερομηνίες μέσα στον Απρίλιο.
στ) Ένα μήνυμα στους αναγνώστες του Πενταποστάγματος.
Νήψη, πνευματική εγρήγορση και αισιοδοξία! Αισιοδοξία, γιατί το φως νικάει πάντα το σκοτάδι: «…καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν». Τους χαιρετισμούς μου και τις ευχαριστίες μου σε όλη την ομάδα του Πενταποστάγματος για τη φιλοξενία! Καλή Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή! Έρρωσθε!
To cd μπορείτε να το παραγγείλετε με αντικαταβολή από το www.hiphopshop.gr ή να το προμηθευτείτε απευθείας από το Hip Hop Shop (Διονύσου 6, 15124, Μαρούσι, τηλ: 210 6148506. www.facebook.com/hiphopshop Athens).Επικοινωνία με τον καλλιτέχνη: www.facebook.com/Artemios Neorhapsodist
Ακολουθούν οι στίχοι και το τραγούδι του Αρτέμη για τον Μαξ:
ΜΑΞ (ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ)
Έχω έναν φίλο τόν Μάξιμο, τόν φωνάζουμε Μάξ.
Σύχναζε Αριστοτέλους καί πλατεία Σκρά εναλλάξ.
Πορωμένος χιπχοπάς, από τή μέρα τήν πρώτη, κι έκανε τρέλλες,
απ᾽ αυτές που κάνουμε όλοι στή νιότη.
Η διαφορά μέ τόν Μάξ ήταν, ότι κάποια στιγμή,
είχε αρχίσει νά τραβάει στ’ άκρα τό σχοινί.
Ανησυχούσαν οι κολλητοί, χανόταν βλέπεις γιά μέρες,
κάποιοι είπαν άραζε σέ άλλα στέκια, μ’ άλλες παρέες.
Τήν εποχή αυτή ήταν που έμπλεξε
καί μέ τους μπάφους,
κι άρχισ’ ή ζωή του,
νά ορίζεται έξ αυτού του πάθους,
καί γιά νά προλάβω κάποιους,
που θά πουν: ε, καί τί έγινε;
Ακουστέ, γιατί ενός κακού μύρια έπονται!
Λοιπόν, ο Μάξ, άσχετα άπό τήν τρέλλα του,
ήταν ευαίσθητη ψυχή,
γι’ αυτό καί όταν ή κοπέλα του
μία μέρα του ‘πε νά χωρίσουν
δίχως προφανή λόγο,
ένιωσε, οτι έχασε
κάτω απ’ τά πόδια του τόν κόσμο!
Τόν ψυχικό πόνο, τό συναισθηματικό κενό,
νόμιζε θά τό κάλυπτε
μέ τήν κόκα καί τήν Ηρώ.
Η βουτιά αυτή δέ χρειάστηκε κόπο,
τό χόρτο που κάπνιζε τόσα χρόνια,
είχε λειάνει τόν δρόμο
καί έτσι η νέα ιστορία,
που είχε αρχίσει μέ τίς σκόνες,
δέν άργησε καί νά τόν οδηγήσει
εμπρός στις πόρτες
της Ψυχιατρικής Κλινικής Θεσσαλονίκης.
Μπήκε τέσσερις φορές, ήτανε καθεστώς φρίκης!
Τέσσερις φορές, τέσσερα εικοσαήμερα,
μά oι προσωπικοί του δαίμονες, δέν καταβάλλονταν με τίποτα!
Πρός στιγμήν ‘φεύγαν οι ουσίες από τό αίμα του,
δέν έφευγε όμως η ιδέα, πού ήταν ριζωμένη μέσα του!
Κι έτσι ό Μάξ συνέχιζε τό δρομολόγιο τό παλιό,
σέ Εύοσμο, σέ Δενδροπόταμο καί Κορδελιό.
Σκηνικό, που άπ’ τή μνήμη του ποτέ δέ θά σβηστεί,
η νύχτα αύτή, πού έγινε η καρφωτή.
Σειρήνες, φωνές, (ψηλά τα χέρια) παντου μπλε φώτα,
νά τόν σημαδεύουνε των αστυνομικών τά όπλα!
Του περνάνε βραχιόλια καί του βγάζουν άμεσα εισιτήριο,
γιά του Αστυνομικοί Μεγάρου τό κρατητήριο.
Τίς πιό ζόρικες στιγμές εκεί τίς βιώνει, του βγαίνουνε στερητικά,
αφόρητοι σωματικοί πόνοι. Σκοτοδίνη! Εκλιπαρεί έστω γιά μία ασπιρίνη!
Ειρωνικό βλέμμα ειν αυτό, πού ό σκοπός του δίνει.
Μετά άπό δυό εβδομάδες είναι ένα ανθρώπινο ερείπιο,
σάν νεκροζώντανος, οδηγείται στό δικαστήριο.
Η απόφαση πού βγαίνει, ειν’ η χαριστική βολή,
ο Μάξιμος θά περάσει έναν χρόνο στή φυλακή!
Τώρα είναι μέσ’ στήν κλούβα
κι οδεύει πρός τή Νέα Σίνδο.
Στις φυλακές Διαβατών θά βρίσκεται σέ λίγο.
Περνά τήν πύλη,
νιώθει πώς εισέρχεται στόν Άδη,
πώς έφτασε ώς έδώ,
δεν έχει ακόμη καταλάβει!
Ακολουθεί τόν φρουρό, μέ τό κεφάλι σκυφτό,
τόν οδηγεί στό κελί πού ‘χει τό νούμερο 8.
Στό εξής θά μένει εκεί
μαζί μέ πέντε συγκατοίκους
καί γιά θέα θά ‘χει μόνο κάγκελα καί τοίχους.
Έρχονται κάποιες στιγμές,
που άγγίζει τήν τρέλλα,
του μπαίνουν λογισμοί,
ώς καί στή ζωή του νά θέσει τέρμα.
Ώσπου μία μέρα,
κολλάει στό έξώφυλλο ενός βιβλίου,
ήταν τό Πάθη καί Αρετές,
του πατρός Παϊσίου!
Έρχεται σ’ επαφή με την αλήθεια,
που έλευθερώνει,
νιώθει έλεύθερος,
παρόλο πού ειν’ στή φυλακή ακόμη!
Πίνει το πικρό ποτήριο μέχρι το τέλος,
καί αισίως της κοινωνίας ξαναγίνεται μέλος!
Παλιά στους δέκα οι έξι ήταν θεοφοβούμενοι, οι δύο μέτριοι και οι δύο αδιάφοροι, άλλα και αυτοί είχαν μέσα τους πίστη. Σήμερα δεν είναι έτσι. Δεν ξέρω πού θα πάει αυτή ή κατάσταση. Να προσπαθήσουμε τώρα, όσο μπορούμε, να βοηθήσουμε πνευματικά τους ανθρώπους· όπως έγινε τότε με τον κατακλυσμό, με την κιβωτό τού Νώε, έτσι και τώρα Να γλυτώσουν μερικοί, Να μή σακατευτούν πνευματικά. Θέλει πολλή προσοχή, πολλή διάκριση, να δει κανείς τα πράγματα από πολλές πλευρές και να αναπαύση τους ανθρώπους. Μήπως έμενα με αναπαύει Να μαζεύονται οι άνθρωποι ή ήθελα να βλέπω τόσο κόσμο; Όχι, αλλά σ’ αυτήν την κατάσταση πού βρισκόμαστε, θέλουν λίγη βοήθεια οι καημένοι οι άνθρωποι. Εγώ δεν έγινα παπάς, για να μην έχω να κάνω με κόσμο, και τελικά περισσότερο ασχολούμαι με τον κόσμο.
Αλλά ό Θεός ξέρει την διάθεση μου και μου δίνει περισσότερα από όσα θα μου έδινε αν έκανα αυτό πού με ανάπαυε. Πόσες φορές παρακαλώ την Παναγία Να μου οικονομήσει έναν τόπο μακρινό, ήσυχο, να μή βλέπω, Να μην ακούω τίποτε, να κάνω προσευχή για όλον τον κόσμο, άλλα δεν μ’ ακούει- σε άλλα τιποτένια μ’ ακούει. Βλέπω ότι τώρα ό Θεός, όταν πρόκειται Να έχω κόσμο, με βιδώνει στο κρεββάτι με κάποια αρρώστια, για να ξεκουραστώ. Δεν μού δίνει την γλυκύτητα πού ένιωθα παλιότερα στην προσευχή, γιατί δεν θα μπορούσα να αποχωριστώ από αυτήν. Τότε, όταν ερχόταν κανείς στο Καλύβι, ζοριζόμουν να βγω από εκείνη την κατάσταση την πνευματική.
Εκεί στο Καλύβι γίνομαι πρόγραμμα των ανθρώπων. Διαβάζω μέσα Ψαλτήρι, άπ’ έξω χτυπούν. Τους λέω «περιμένετε ένα τέταρτο» και αυτοί φωνάζουν: «Έ, Πάτερ, σταμάτα την προσευχή· ό Θεός δεν παρεξηγείται». Κατάλαβες; Μέχρις εκεί φθάνουν! Δεν είναι μόνον πού θα σταματήσω, αλλά αν βγω, μετά πάει, τέλειωσε. Ό,τι κάνω μέχρι τότε. Το πρωί, στις έξήμισι-επτά ή ώρα πρέπει να έχω τελειώσει και τον Εσπερινό, για να είμαι σίγουρος. «Φως… πρωϊνόν αγίας δόξης» Την ώρα πού τετελειώνετε εσείς τον Όρθρο, εγώ έχω τελειώσει και τα κομποσχοίνια του Εσπερινού. Αν προλάβω να πάρω αντίδωρο το πρωί, καλά- μετά ούτε τσάι- γίνομαι πτώμα, πέφτω κάτω. Ακόμη και το Πάσχα, την Διακαινήσιμο, είχα κάνει ένατες, τριήμερα. Μπορείς δεν μπορείς, πρέπει να μπορείς. Μία μέρα, δεν ξέρω τι εμπόδια είχε ό κόσμος -ίσως είχε φουρτούνα ή θάλασσα και δεν είχε καράβι -και δεν ήρθε κανείς στο Καλύβι. Πά, πά, έζησα μία σιναϊτική μέρα, όπως τότε στην σπηλιά της Αγίας Επιστήμης! Όταν ή θάλασσα έχει φουρτούνα, εγώ έχω μπουνάτσα· όταν έχει μπουνάτσα, τότε έχω φουρτούνα.
Έχω βέβαια την δυνατότητα να πάω κάπου να ησυχάσω. Ξέρετε πόσοι μού έχουν πει να μού κάνουν τα έξοδα, για να πάω στην Καλιφόρνια, στον Καναδά; «Έχουμε Ησυχαστήριο, λένε, να ‘ρθής». Αν βρεθώ σε άγνωστο τόπο, θα είναι σαν να βρίσκομαι στον Παράδεισο. Δεν θα με ξέρει κανείς, θα έχω το πρόγραμμα μου, θα ζήσω καλογερικά, όπως θέλω. Βλέπεις όμως, όταν τελειώνει ό πόλεμος, τότε απολύεται κανείς. Τώρα έχουμε πόλεμο, πνευματικό πόλεμο. Πρέπει να είμαι στην πρώτη γραμμή. Τι μαρξιστές υπάρχουν, τι μασόνοι, τι σατανιστές και τόσοι άλλοι! Πόσοι δαιμονισμένοι, πόσοι αναρχικοί, πόσοι πλανεμένοι έρχονται, για να τους επισφραγίσω την πλάνη τους! Και πόσους μού τους στέλνουν, χωρίς να τους προβληματίσουν, άλλοι για να τους ξεφορτωθούν, άλλοι για να μη βγάλουν αυτοί το φίδι από την τρύπα… Να ξέρατε πόσο στριμώχνομαι και από πόσες μεριές! Πίκρα το στόμα μου από τον πόνο των ανθρώπων. Μέσα μου όμως νιώθω παρηγοριά. Αν φύγω, το θεωρώ σαν να φεύγω από την πρώτη γραμμή, σαν να οπισθοχωρώ. Το θεωρώ προδοσία. Έτσι το νιώθω. Μήπως ξεκίνησα για τέτοια πράγματα ή ξεκίνησα για να βοηθάω μοναστήρια; Για άλλου ξεκίνησα και άλλου βρέθηκα, και τώρα πώς παλεύω! Και βλέπεις, ό άλλος δεν μιλάει. Δεν πάει να διαλύσουν την Εκκλησία; «Δεν πειράζει!», λέει. Πηγαίνει και με τον έναν και με τον άλλον, αρκεί να βολευτεί. Τι να βολευτεί! Αυτόν τον βολεύει ό διάβολος τελικά. Αυτά είναι άτιμα πράγματα. Αν ήθελα εγώ να κάνω αυτό πού με ευχαριστεί, ου, ξέρετε πόσο εύκολο ήταν; Σκοπός όμως είναι να κάνω όχι αυτό πού βολεύει εμένα, άλλα αυτό πού βολεύει τον άλλον. Αν σκεφτόμουν πώς να βολευτώ εγώ, έχω την δυνατότητα να βολευτώ σε πολλές μεριές. Για να πέρασης όμως στην βουλή τού Θεού, πρέπει να γίνεις «βουλευτής» τού Θεού, όχι «βολευτής» τού εαυτού σου.
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Β΄-ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ)
Πόσα βάσανα έχει ο κόσμος! Πόσα προβλήματα! Και έρχονται μερικοί εδώ να μου τα πουν σε δυο λεπτά στο πόδι, για να παρηγορηθούν λίγο. Μια βασανισμένη μάνα μου έλεγε: «Γέροντα, έρχονται στιγμές που δεν αντέχω άλλο και τότε λέω : ‘’Χριστέ μου, κάνε μια μικρή διακοπή και ύστερα ας ξαναρχίσουν τα βάσανα’’». Πόση ανάγκη από προσευχή έχουν οι άνθρωποι! Αλλά και κάθε δοκιμασία είναι δώρο από τον Θεό, είναι ένας βαθμός για την άλλη ζωή. Αυτή η ελπίδα της ανταμοιβής στην άλλη ζωή μου δίνει χαρά, παρηγοριά και κουράγιο, και μπορώ να αντέξω τον πόνο για τις δοκιμασίες που περνούν πολλοί άνθρωποι. Ο Θεός μας δεν είναι Βάαλ, αλλά Θεός αγάπης. Είναι Πατέρας που βλέπει την ταλαιπωρία των παιδιών Του από τους διάφορους πειρασμούς και τις δοκιμασίες που περνούν και θα μας ανταμείψη, φθάνει να κάνουμε υπομονή στο μικρό μαρτύριο της δοκιμασίας ή μάλλον της ευλογίας. - Γέροντα, μερικοί λένε: «Δεν είναι σκληρό αυτό που επέτρεψε ο Θεός; Δεν πονάει ο Θεός;». – Ο πόνος του Θεού για τους ανθρώπους που βασανίζονται από αρρώστιες, από δαίμονες, από βαρβάρους κ.λπ. έχει συγχρόνως και χαρά για την ουράνια αμοιβή που τους έχει ετοιμάσει. Έχοντας δηλαδή υπ’ όψιν Του ο Θεός την ανταπόδοση που θα λάβη στον Ουρανό όποιος περνάει δοκιμασίες και γνωρίζοντας τι τον περιμένει στην άλλη ζωή, αυτό Τον κάνει να μπορή να «αντέχη» τον πόνο. Εδώ επέτρεψε να κάνη τόσα εγκλήματα ο Ηρώδης8. Δεκατέσσερις χιλιάδες νήπια έσφαξε και πόσους γονείς, που δεν άφηναν τους στρατιώτες να σκοτώσουν τα παιδιά τους, τους σκότωναν κι εκείνους! Οι βάρβαροι στρατιώτες, για να φανούν στους αρχηγούς τους καλύτεροι, έκοβαν τα παιδάκια κομματάκια. Όσο πιο πολύ βασανίζονταν τα παιδάκια, τόσο περισσότερο πονούσε ο Θεός, αλλά και τόσο περισσότερο χαιρόταν για την μεγαλύτερη δόξα που θα είχαν να απολαύσουν στον Ουρανό. Χαιρόταν για τα Αγγελουδάκια αυτά, που θα αποτελούσαν το αγγελικό μαρτυρικό τάγμα. Άγγελοι από Μάρτυρες!
- Γέροντα, όταν κάποια γυναίκα μας πή: δέν μέ κατάλαβε ό πνευματικός, τί πρέπει νά της πούμε; – Πέστε της: Μήπως εσύ δέν του έδωσες νά καταλάβη; Μήπως τό σφάλμα είναι δικό σου;. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις νά προβληματίζετε τον άλλον, νά μήν τον δικαιολογήτε εύκολα. Τά πράγματα είναι πολύ λεπτά. Έδώ, βλέπεις, καί τους πνευματικούς ακόμη τούς μπερδεύουν. – Καί άν μας πή ότι δέν αναπαύεται στόν πνευματικό της; - Γιά νά μήν αναπαύεται, μήπως φταίει καί αυτή, μήπως ζητά νά τήν άναπαύη ό πνευματικός στο θέλημα της. Κάποιος, ας υποθέσουμε, αδιαφορεί γιά τήν οικογένεια του καί έχουν συνέχεια φασαρίες μέ τήν γυναίκα του. Θέλει νά τήν χωρίση καί έρχεται καί μού κάνει παράπονα, μέ τήν απαίτηση νά πάρω τό μέρος του, γιά νά διαλύσω τήν οικογένεια του! Άν τού πώ: εσύ είσαι ένοχος γιά όλη τήν ιστορία, άν δέν συναισθανθή τήν ένοχη του, θά πή ότι δέν τον άνέπαυσα. Λένε δηλαδή μερικοί: δέν μέ άνέπαυσε ό πνευματικός, γιατί δέν τούς λέει νά κάνουν αυτό πού θέλουν. Αν ό πνευματικός δικαιολογή τά πάθη του καθενός, μπορεί νά τούς ανάπαυση όλους, άλλά δέν βοηθιούνται έτσι οί άνθρωποι. Αν είναι νά αναπαύουμε τόν καθέναν στά πάθη του, τότε ας αναπαύσουμε καί τόν διάβολο. Έρχεσαι λ.χ. εσύ καί μού λές: Ή τάδε αδελφή μου μίλησε άσχημα. Έ, σου λέω, μή δίνης σημασία σ’ αυτήν, καί σέ αναπαύω. Έρχεται μετά άπό λίγο αυτή ή αδελφή καί μου λέει γιά σένα: Ή τάδε αδελφή έτσι καί έτσι έκανε. Έ, τώρα, της λέω, καλά, δέν τήν ξέρεις αυτήν; Μήν τήν παίρνης καί στά σοβαρά. Τήν άνέπαυσα καί αυτήν. Έτσι όλους τούς αναπαύω, άλλά καί όλους τούς πεδικλώνω! Ένώ πρέπει νά σου πώ: έλα εδώ γιά νά σου μιλήση έτσι ή αδελφή, κάτι της έκανες, οπότε θα αισθανθής τήν ένοχη σου καί θά διορθωθής. Γιατί, άπό τήν στιγμή πού θά αίσθανθής τήν ενοχή σου, όλα θά πάνε καλά. Ή πραγματική ανάπαυση έρχεται, όταν τοποθετηθή ό άνθρωπος σωστά. Σκοπός είναι πώς θά αναπαυθούμε στόν Παράδεισο, όχι πώς θά αναπαυθούμε στήν γη. Είναι μερικοί πνευματικοί πού αναπαύουν τόν λογισμό τού άλλου, καί μετά εκείνος λέει: πολύ μέ άνέπαυσε ό πνευματικός, αλλά μένει αδιόρθωτος. Ένώ πρέπει νά βοηθήσουν τόν άνθρωπο νά βρή τά κουσούρια του, νά διορθωθή καί στήν συνέχεια νά τόν κατευθύνουν. Τότε μόνον έρχεται ή πραγματική ανάπαυση. Τό νά ανάπαυσης τόν άλλον στά πάθη του, δέν είναι βοήθεια αυτό γιά μένα είναι έγκλημα. Γιά νά μπόρεση νά βοηθήση ό πνευματικός δύο ανθρώπους πού έχουν σχέση, πρέπει νά έχη επικοινωνία καί μέ τούς δύο. Όταν άκούη λ.χ. λογισμούς δύο ανθρώπων πού έχουν διαφορές, πρέπει νά γνωρίζη καί τις δύο ψυχές, γιατί ό καθένας μπορεί νά παρουσιάζη τό θέμα, όπως τό καταλαβαίνει. Καί νά δεχθή νά λύση τις διαφορές τους, μόνον άν δεχθούν νά τις λύση σύμφωνα μέ τό Ευαγγέλιο, γιατί όλες οί άλλες λύσεις είναι ένας συνεχής πονοκέφαλος καί χρειάζονται συνέχεια ασπιρίνες. Ύστερα νά βάλη τόν καθέναν στήν θέση του νά μή δικαίωση κανέναν. Νά πή στόν καθέναν τά κουσούρια του, οπότε πελεκιέται τό ένα στραβό, πελεκιέται καί τό άλλο, καί έτσι συμφωνούν καί συνεννοούνται. Τό μόνο καλό πού έχω είναι αυτό: ποτέ δέν δικαιώνω κανέναν, έστω καί άν δέν φταίη. Όταν λ.χ. έρχωνται οί γυναίκες καί μού λένε ότι έχουν προβλήματα στήν οικογένεια καί φταίει ό άνδρας, κατσαδιάζω τις γυναίκες. Όταν έρχωνται οί άνδρες καί κάνουν παράπονα γιά τις γυναίκες, κατσαδιάζω τούς άνδρες. Δέν αναπαύω τόν λογισμό τους, άλλά λέω τά στραβά τού καθενός λέω στον καθέναν αυτό που του χρειάζεται, γιά νά βοηθηθή. Αλλιώς φεύγει αναπαυμένος ό ένας, φεύγει αναπαυμένος καί ό άλλος, καί στό σπίτι πιάνονται μεταξύ τους. Είχε δίκιο πού μού είπε γιά σένα έτσι!. Καί σ’ έμενα ξέρεις τί είπε γιά σένα;. Θέλω νά πώ, κανέναν δέν αναπαύω στά πάθη του. Πολλούς μάλιστα τούς μαλώνω πολύ – φυσικά γιά τό καλό τους -, άλλά φεύγουν πραγματικά αναπαυμένοι. Μπορεί νά φεύγουν πικραμένοι, άλλά μέσα τους καταλαβαίνουν ότι έγώ πικράθηκα πιο πολύ άπό αυτούς, καί αυτό τούς πληροφορεί. – Μερικοί, Γέροντα, νιώθουν σιγουριά, όταν τούς μαλώνετε. – Ναί, γιατί δέν τόν μαλώνω τόν άλλον ξερά. Θά του πώ ότι έχει αυτά τά καλά, γιά νά τά αξιοποίηση, καί αυτά τά κουσούρια, γιά νά τά διόρθωση. Όταν δέν του πης τήν αλήθεια, τότε, σέ μιά στιγμή πού δέν κολακεύεται, παλαβώνει.