Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Μοναχός Χρυσόγονος Κουτλουμουσιανός (1900 – 13 Μαΐου 1984)


Μοναχός Χρυσόγονος Κουτλουμουσιανός

Μοναχός Χρυσόγονος Κουτλουμουσιανός

Γεννήθηκε ο μακάριος αυτός μοναχός, ο κατά κόσμον Χριστόδουλος Νικολάου Κωστάκης, στον Σοχό Θεσσαλονίκης το 1900. Ήλθε στο Άγιον Όρος το 1930 και ζούσε στο εργατόσπιτο του Κουτλουμουσιανού Κελλιού των Αγίων Αποστόλων (Αλυπίου) πολύ φτωχικά. Μοναχός εκάρη το 1932. Εργόχειρό του είχε το να βάφει ρούχα. Τις βαφές τις έφτιαχνε μόνος του από ρίζες δένδρων. Η πενία του ήταν αξιοθαύμαστη. Το συνηθισμένο φαγητό του ήταν παξιμάδι και νερό. Αν πήγαινε σε καμιά γειτονική πανήγυρη, έτρωγε κάτι μαγειρεμένο. Τα ρούχα του ήταν πολύ φτωχικά και τα σκεπάσματά του παλιά τσουβάλια. Άνοιγε μια τρύπα στα τσουβάλια, φορούσε τέσσερα-πέντε από αυτά κι έτσι περνούσε τους χειμώνες. Ήταν ήσυχος και καλός, όπως διηγείται ο Γέροντας Ιωακείμ († 1988).

Κελλιά των Καρυών (φωτ.1918)

Κελλιά των Καρυών (φωτ.1918)

Όπως γράφει ο ιερομόναχος Αναστάσιος Κουτλουμουσιανός: «Όλα του τα χρόνια στη διακονία των ασθενών και των γερόντων. Πέρασε άσημος και έγκλειστος τουλάχιστον είκοσι χρόνια στο Κελλί του. Ποτέ δεν παραπονέθηκε. Ευχαριστούσε τον Θεό και παρακαλούσε να τον σώση δωρεάν, γιατί, τι μπορούσε να κάνει που να είναι ισάξιο της δωρεάς του Θεού; Είχε καλό θάνατο· εξομολογήθηκε στον Γέροντα, Χριστόδουλο, κοινώνησε και έφυγε πλήρης ημερών για τον ουρανό, την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως. Όταν τον κατέβαζαν στον τάφο, ήταν σαν να ’βλεπες ένα μικρό παιδάκι στην κούνια του. Αλήθεια!».

Καρυές

Καρυές

Ήταν 14.3.1984. Λόγω της μακάριας απλότητός του δικαιολογούνται κάποιες αφέλειές του, που ίσως ενοχλούσαν ορισμένους αδελφούς.

Κουτλουμουσιανό Κελλί Αγίων Αποστόλων

Κουτλουμουσιανό Κελλί Αγίων Αποστόλων

Πηγές – Βιβλιογραφία:
Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Αγιορείτικες Διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 97. Αναστασίου ιερομ., Αθωνικά δίπτυχα, Άγιον Όρος 2000, σ. 52.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1095-1096.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Μοναχός Νικήτας Καρυώτης (1902 – 20 Μαΐου 1971)


20160322151336311_0001

Μοναχός Νικήτας Καρυώτης, γνήσιος βιαστής της επουράνιας Βασιλείας.

Ο κατά κόσμον Ευστράτιος Γεωργιάδης του Σταύρου και της Ελισάβετ γεννήθηκε στην Προύσα της Μ. Ασίας το 1902. Το 1923 ήλθε στο Διονυσιάτικο Κελλί του Αγίου Νικολάου των Καρύων. Εκάρη μοναχός το 1925. Έμαθε την τέχνη του οδοντοτεχνίτη κοντά στον οδοντίατρο Γέροντα Παΐσιο. Κατόπιν, κάνοντας υπακοή, πήγε στον κόσμο για να τελειοποιήσει τις γνώσεις του. Επί σαράντα περίπου χρόνια εξυπηρέτησε τους πατέρες του Άγιου Όρους, που τότε δεν έβγαιναν εύκολα έξω. Διακρινόταν για την ελεημοσύνη του. Μετά την κοίμησή του, πολλοί ελεημένοι από αυτόν, μοναχοί και λαϊκοί, μίλησαν με κατάνυξη για την κρυφή αυτή του τέχνη.

Κατά την εκταφή των λειψάνων του, όπως αναφέρει ο σημερινός Γέροντας του Κελλιού παπα-Αρτέμιος, η κάρα του ευωδίαζε. «Όλοι μας όσοι βρεθήκαμε τις στιγμές εκείνες εκεί, νιώσαμε μεγάλο δέος και μεγάλη συγκίνηση. Μάλιστα ο Γέροντας Αρτέμιος από τη Μεγίστη Λαύρα, ο οποίος είχε το διακόνημα αυτό στις ανακομιδές κι έβγαζε και φρόντιζε τα λείψανα των πατέρων, είπε: “Πατέρες εγώ πρώτη φορά έχω ξεθάψει τέτοιο λείψανο! Εξήντα χρόνια στο Άγιον Όρος… Δόξα τω Θεώ”. Πέρασαν, περνούν και θα περνούν πολλοί ευλογημένοι πατέρες από το Όρος. Γνήσιοι βιασταί της επουρανίου Βασιλείας…».

Εμείς γνωρίσαμε τον διάδοχο του Γέροντος Νικήτα, τον Γέροντα Αρσένιο. Μάλιστα δεχθήκαμε και την οδοντιατρική φροντίδα του, πριν τριάντα χρόνια, με τον ποδοκίνητο, σκουριασμένο τροχό του και το μπλέ οινόπνευμα για απολύμανση (γαργάρα). Πάντως το σφράγισμα μέχρι σήμερα είναι καλό. Όταν τον ρώτησα αν σπούδασε οδοντιατρική, μου απάντησε κοφτά: «Όχι. Έμαθα από τον Γέροντά μου». «Κι εκείνος;» ρώτησα. «Έμαθε από τον Γέροντά του»!

Ο Γέροντας Νικήτας είχε ιδιαίτερη ευλάβεια στον άγιο Νικόλαο τον θαυματουργό, τον προστάτη του Κελλιού τους. Τον είχε παρακαλέσει να φύγει από την παρούσα ζωή σε μία από τις μνήμες του. Ο άγιος τον άκουσε. Τον πήρε στη μνήμη της ανακομιδής των τιμίων λειψάνων του, στις 20.5.1970.

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Διονυσίου.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 839-840

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Μοναχός Κάνδιδος Ξηροποταμηνός (1856 – 15 Μαΐου 1916)


Μοναχός Κάνδιδος Ξηροποταμηνός, όπου κι αν πέρασε άφησε την αρετή του.

Μοναχός Κάνδιδος Ξηροποταμηνός, όπου κι αν πέρασε άφησε την αρετή του.

Ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Ζαχαριάδης γεννήθηκε το 1856 στη Βλάστη Σισανίου, όπου έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Δεκάχρονος μετέβη στη μονή Παναγίας της Κλεισούρας, πλησίον μίας θείας του μοναχής, επί τριετία. Κατόπιν ήλθε στο Άγιον Όρος, όπου εργαζόταν ο πατέρας του. Έμεινε για ένα διάστημα στο Κουτλουμουσιανό Κελλί του Άγιου Νικολάου-Χαλκιά παρά τις Καρυές, και άλλου, μαθαίνοντας ραπτική και κάνοντας τον εργάτη. Λόγω όμως του ζωηρού του χαρακτήρα δεν τον κρατούσαν για πολύ πουθενά. Το 1876 προσήλθε στη μονή Ξηροποτάμου παρά τον Γέροντα Λεόντιο. Πλησίον όμως του Γέροντος Ιακώβου του Πελοποννησίου στη μονή Βατοπεδίου «μετέβαλε τον ατίθασον χαρακτήρα αυτού επιδειξάμενος έκτοτε διαγωγήν αρίστην, επιμέλειαν περί τα μαθήματα λιπαράν, σωφροσύνην, ταπεινοφροσύνην, σύνεσιν και εγκράτειαν γλώσσης, και εν γένει βίον οσίου ανδρός, αρετάς, αίτινες περιεκόσμουν αυτόν μέχρι του θανάτου αυτού». Εκάρη μοναχός στη μονή Βατοπεδίου το έτος 1879.

Ο Γέροντάς του Ιάκωβος τον προετοίμασε στη σχολή της μονής, τον έστειλε στην Αθωνιάδα, τον έκειρε μοναχό με το όνομα Κυριάκος και κατόπιν τον οδήγησε στη Θεσσαλονίκη και Αθήνα για ανώτερες σπουδές. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα για ανώτερες σπουδές, τα έξοδά του κέρδιζε ψάλλοντας σε διάφορους ναούς. Αποφοίτησε της Θεολογικής Σχολής. Ήταν εγκρατής της εκκλησιαστικής μουσικής κι εξέδωκε περί αυτής τρίτομο έργο. Στη Θεσσαλονίκη διετέλεσε καθηγητής θεολόγος και ιεροκήρυκας.

Ιερά Μονή Ξυροποτάμου (φωτ. π. 1890)

Ιερά Μονή Ξυροποτάμου (φωτ. π. 1890)

Το 1903 ανέλαβε Σχολάρχης της Αθωνιάδος, θέση που διατήρησε έως το 1907. Το 1904 συγκαταριθμήθηκε στην αδελφότητα της μονής Ξηροποτάμου, στην οποία διακόνησε ως δάσκαλος, γραμματεύς, βιβλιοθηκάριος, προϊστάμενος (από το 1910) και αντιπρόσωπος. Το 1911 διορίσθηκε Γενικός Επίτροπος του Αγίου Όρους στην Κωνσταντινούπολη έως το 1914. Τη μονή του αγάπησε θερμά και προσέφερε σε αυτή πολύτιμα δώρα και περίπου 600 βιβλία. Έγραψε βιβλία και άρθρα ιστορικά και πνευματικά. Λίγο πριν από την εκδημία του εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός με τ’ όνομα Κάνδιδος, εις τιμή του ομωνύμου μάρτυρος, ενός από τους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, στη μνήμη των οποίων τιμάται το Καθολικό της μονής.

Ανεπαύθη εν Κυρίω σε ηλικία 60 ετών στις 15.5.1916 από καρκίνο, που είχε στο αυτί του. Κατά τους συγχρόνους του άφησε μνήμη αγαθού και ενάρετου μοναχού παντού όπου πήγε κι έζησε. Διακόνησε με ζήλο και αφοσίωση οποίο καθήκον του ανατέθηκε. Τις θυσίες, τις προσφορές, τους κόπους και τους μόχθους του ασφαλώς τους μέτρησε ο Πανάγαθος Θεός και τους αντάμειψε στα αιώνια ουράνια σκηνώματα.

Πήγες – Βιβλιογραφία

Χριστοφόρου Κτένα αρχιμ., Η σύγχρονος Αθωνιάς Σχολή και οι εν αύτη διδάξαντες από του 1845-1916, Αθήναι. 1930, σσ. 106-110. Ευδοκίμου Ξηροποταμηνού Προηγουμένου, Η εν Άγίω Όρει Άθω Ιερά, Βασιλική, Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Σεβασμία Μονή του Ξηροποτάμου, Θεσσαλονίκη 1971, σ. 161.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 127-128.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Γερμανός Βατοπαιδινός (1862 – 18 Μαΐου 1932)


Ιερά Μονή Βατοπαιδίου (φωτ. 1870)

Ιερά Μονή Βατοπαιδίου (φωτ. 1870)

Γεννήθηκε, ο κατά κόσμον Γεώργιος Θεοδώρου, στο χωριό Σκουπιά της Αλώνης των Πριγκιποννήσων το 1862. Ήταν κατά σάρκα αδελφός του Γέροντος Αρκαδίου Βατοπεδινού († 1934) και θείος εξ αδελφής των μοναχών Παντελεήμονος και Νικοδήμου. Στη μονή Βατοπεδίου προσήλθε το έτος 1879. Εκάρη μοναχός το 1883. Ήταν απόφοιτος της Εκκλησιαστικής Σχολής της Οδησσού. Στο Άγιον Όρος ήλθε για προσκύνημα και για να συναντήσει τον συγχωριανό του Γέροντα Παΐσιο Βατοπεδινό, χωρίς να έχει σκοπό να μείνει στη μονή, αλλά να επιστρέψει στην Οδησσό και να έχει εκκλησιαστική σταδιοδρομία στον κόσμο. Η Παναγία όμως τον βάστηξε μόνιμα στο Περιβόλι της.

Το 1884 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1898 πρεσβύτερος και προχειρίσθηκε, προηγούμενος και προϊστάμενος της Γεροντικής Συνάξεως. Σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιοτέρων Βατοπεδινών πατέρων και συγγενών του, από τον καιρό που εκάρη μοναχός και έως της κοιμήσεώς του ουδέποτε εξήλθε στον κόσμο. Υπήρξε άριστος ιεροψάλτης και συνθέτης βυζαντινών μελών. Στην πλούσια βιβλιοθήκη της μονής του σώζονται αρκετά χειρόγραφά του βυζαντινής μουσικής.

Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 18.5.1932.

Πηγές – Βιβλιογραφία

Βιογραφικά στοιχεία μας έδωσε ο μοναχός Ιωσήφ Βατοπεδινός, τον οποίο ευχαριστούμε.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 253

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης (1896 – 14 Μαΐου 1999) 14 Μαΐου 2016


Monahos Isihios Grigoriatis_01

Ο μοναχός Ησύχιος σε νεαρή ηλικία

Ο υπεραιωνόβιος Γερο-Ήσύχιος γεννήθηκε στο χωριό Σαπρίκι Μεσσηνίας το 1896. Ο ολιγογράμματος πατέρας του, ένας φτωχός γεωργός, τον δίδαξε τον πλούτο της αμόλευτης ευσέβειας. Έκανε στρατιώτης επί μία εξαετία και υπέστη πολλές ταλαιπωρίες και κακουχίες.

Iera Moni Grigoriou

Ιερά μονή Γρηγορίου (ξυλογραφία Ράλλη Κοψίδη)

Το 1924 εισέρχεται τις πύλες της μονής Γρηγορίου. Μετά τριετία κείρεται μοναχός από τον ενάρετο ηγούμενο Αθανάσιο († 1953). Διακόνησε τη μονή του πρόθυμα ως μετοχιάρης, αμπελικός, κονακτσής και κηπουρός. Πάντοτε διακονητής, φιλότιμος και μοναχός βιαστής. Για ένα διάστημα έκανε και προϊστάμενος της μονής του.

Βίωσε το «λάθε βιώσας» και την «ένδοξη αδοξία», κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Τους λόγους του Γέροντά του Αθανασίου διατηρούσε στην καρδιά του ακέραιους ως τα βαθιά του γεράματα. Δεν ήθελε να διακρίνεται, να ξεχωρίζει, να εξαιρείται. Ήταν ένας τέλειος κοινοβιάτης. Έτσι τον γνωρίσαμε. Μας μίλαγε απλά, φυσικά, ταπεινά, αφτιασίδωτα, εγκάρδια και γι’ αυτό τόσο ωραία, καθώς προσπαθούσαμε μ ένα παλιοκασετόφωνο να καταγράψουμε κάτι από τη μακρά εμπειρία του.

Στις παγκοινιές έλεγε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, που τη λάτρευε. Δεν ήθελε, έλεγε, να τρώει δωρεάν το ψωμί του. Υπέργηρος ήταν κι αφού δεν μπορούσε να εργασθεί στους κήπους, που τόσο αγαπούσε, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του. Δεν έμενε ποτέ αργός. Χαιρόταν να εξυπηρετεί, να διακονεί με κάθε τρόπο τους αγαπητούς πατέρες και άδελφούς του. Τα γεράματα δεν τον έκαναν να μην είναι πρώτος στην ακολουθία και την πιο πολλή ώρα να στέκεται όρθιος.

Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης, ο βαθύτατης ταπεινοφροσύνης Γέροντας.

Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης, ο βαθύτατης ταπεινοφροσύνης Γέροντας.

Έζησε 76 χρόνια στη μονή με πέντε ηγουμένους. Και στους πέντε έκανε την ίδια υπακοή. Μόνο γι’ αυτό είναι σπουδαίος. Μετά από 50 έτη μοναχικής ζωής, υπακούοντας βγήκε στον κόσμο για μία απαραίτητη εγχείρηση. Η πρόοδος της τεχνολογίας του έκανε μεγάλη εντύπωση. Τα παρατηρούσε όλα σαν μικρό παιδί. Παρά τις συστάσεις των ιατρών δεν μπορούσε να μη μένει όρθιος στο ναό και στο κελλί του. Από την πολύχρονη ορθοστασία είχαν ανοίξει πληγές τα πόδια του. Με πληγιασμένα πόδια έλεγε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας όρθιος στο κελλί του. Δεν κατέκρινε ποτέ. Αν η συζήτηση ξέφευγε σε κρίσεις άλλων, μονολογούσε χαμηλόφωνα: «Αλίμονο τα χάλια μου». Ήταν ένας βιαστής μοναχός. Τα λίγα γράμματα που ήξερε τα χρησιμοποίησε μόνο για το καλό.

Βοηθούσε τον κόσμο με την προσευχή του. Μερικές φορές έστελνε και σύντομες συμβουλευτικές επιστολές. Η δική του βοήθεια ήταν από τον Χριστό και την Παναγία και τους προστάτες της μονής Νικόλαο, Γρηγόριο και Αναστασία, που πολλές φορές τον συνέδραμαν. Τα γεράματά του ήταν με πυκνές ασθένειες, τις οποίες υπόμενε αγόγγυστα.

Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 14.5.1999. Ο ηγούμενος της μονής αρχιμανδρίτης Γεώργιος γράφει περί αυτού: «Καρπός της βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης του ήτο η διαρκής αυτομεμψία του, η τελεία πτωχεία του, η κατανυκτική κατάστασις της ψυχής του. Ηγάπησε τον Θεόν περισσότερον από τον εαυτόν του και δι’ αυτό εβίαζε το σώμα του εις ορθοστασίας και αγρυπνίας, καίτοι έπασχεν από δυνατούς πόνους εις τους πόδας του. Ήτο φιλάδελφος και φιλάνθρωπος. Προσηύχετο υπέρ όλου του κόσμου. Εις όσους του εζήτουν συμβουλήν, έλεγε με διάκρισιν λόγους πνευματικούς και παρακλητικούς και αρμόζοντας διά την περίπτωσιν εκάστου. Διά τον πολύν, διαρκή και συνεπή του αγώνα πιστεύω ότι ο Κύριος τον εχαρίτωσε και με υπερφυή χαρίσματα, ως το της προοράσεως και της θεοπτίας, καθώς έχομεν αρκετάς ενδείξεις…».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Γρηγορίου. Ανωνύμου Γρηγοριάτου μοναχού, Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης, Ο Όσιος Γρηγόριος 24/1999, σσ. 93-106.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1477-1481

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης (1913 – 17 Μαΐου 1998) 17 Μαΐου 2016

Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Γαβριήλ Φιλοθεΐτου)

Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Γαβριήλ Φιλοθεΐτου)

Τά προσυπέγραφα άνετα τα παρακάτω λόγια του αγαπητού ιερομονάχου Ιωαννικίου Κοτσώνη για τον αείμνηστο παπα-Νικάνορα, τον οποίο γνωρίσαμε από κοντά, όπως ακριβώς τον περιγράφει: «Ο παπα-Νικάνωρ υπήρξε η δεσπόζουσα των τελευταίων ετών μορφή στα Καυσοκαλύβια. Τον ενθυμούμαι με ευγνωμοσύνη για την αγάπη και τη φιλοξενία του. Ήταν χαρακτηριστικός τύπος και εικών Αγιορείτου ασκητού. Μακρυγένης, υψηλός, άδολος στην ομιλία, στη συμπεριφορά, παιδική καρδιά, εργατικός (ησχολείτο με την κατασκευή μάλλινων φανελλών). Πρόσχαρος, προσηνής κι ομιλητικός, σαν Μωραΐτης που ήταν στην καταγωγή. Προπάντων όμως διεκρίνετο για την αγάπη του προς τη θεία Λατρεία. Υπήρξε φιλακόλουθος και ευλαβής λειτουργός του Κυρίου. Έτρεχε σε όλα τα Καλύβια να λειτουργήσει, να εξυπηρετήσει τους Πατέρες και, στο τέλος, άφησε την τελευταία του πνοή, κατά την ώρα της θείας Λειτουργίας».

Ο Γέροντας Νικάνωρ ο Καυσοκαλυβίτης

Ο Γέροντας Νικάνωρ ο Καυσοκαλυβίτης

Γεννήθηκε, ο κατά κόσμον Νικόλαος Μανέτας, στο χωριό Λεόντιο Πατρών το 1913. Το 1929 ήλθε στην Καλύβη της Αγίας Άννης στη σκήτη των Καυσοκαλυβίων. Το 1930 εκάρη μοναχός. Το 1937 χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς από τον μητροπολίτη Μιλητουπόλεως Ιερόθεο († 1956). Ο υποτακτικός του και διάδοχός του Παύλος λέγει πως είχε αγαθότητα, φιλοξενία, πραότητα, ευγένεια, ελεημοσύνη. «Βοηθούσε με ό,τι υλική βοήθεια μπορούσε, αλλά και πνευματικά με λειτουργίες, με τα κομποσχοίνια τους μνημόνευε, χωρίς να κουράζεται καθόλου, προσφέροντας στους πονεμένους συνανθρώπους του ψυχική γαλήνη και ανακούφιση. Ουδέποτε είπε ότι “κάτι είμαι”. Έλεγε: “ένα τίποτα είμαι. Ο χειρότερος άνθρωπος του κόσμου είμαι”. Καμιά φορά δεν είπε ότι “έχω αρετή εγώ. Τίποτα μή με ρωτάτε εμένα, εγώ δεν ξέρω τίποτα, είμαι αγράμματος”. Πάντοτε αυτά μας έλεγε. Και στους λαϊκούς, πάντοτε, τα ίδια έλεγε, αν και αυτοί τον θαυμάζανε για όλες του τις αρετές, που αυτός προσπαθούσε να τις κρύψει, χωρίς όμως να το καταφέρνει…».

Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Χαρίτωνος Καρουλιώτου)

Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Χαρίτωνος Καρουλιώτου)

Συνήθιζε να ταπεινώνεται, να βάζει πρώτος μετάνοια, ακόμη και στους μικρότερους και στους υποτακτικούς του. Συχνά έλεγε το «μετανοείτε». Τη μετάνοια κήρυττε συνέχεια, με λίγα και απλά λόγια. Δεν έλεγε γενικά πολλά λόγια. Απέφευγε συστηματικά τα παραπανίσια. Λειτουργούσε σχεδόν κάθε μέρα, όσο ήταν καλά. Η καθημερινή ακολουθία στην Καλύβη ήταν όπως στα μοναστήρια, 5-6 ώρες. Έκανε και πολλά σαρανταλείτουργα. Αν δεν λειτουργούσε στην Καλύβη τους, πήγαινε πρόσχαρα όπου τον καλούσαν. Κάνοντας σαρανταλείτουργο για ένα παιδί κωφάλαλο βρήκε θαυματουργικά τη φωνή του.

Geron Nikanor_04Στις ασθένειες ήταν πολύ υπομονετικός. Οι ασθένειες δεν τον λύγιζαν. Ανεπαύθη στις 17.5.1998. Την παραμονή πήγε ο παπάς και τον μετέλαβε. Του είπε τρεις φορές «ευχαριστώ». Αυτές ήταν οι τελευταίες του λέξεις. Μετά έπεσε σε κώμα και την άλλη ημέρα εκοιμήθη «τον ύπνο του δικαίου» ο Καυσοκαλυβίτης γεροπλάτανος. Στην εξόδιο ακολουθία του προέστη ο επίσκοπος Ροδοστόλου Χρυσόστομος, που πολύ αλληλοεκτιμούνταν, γνωρίζονταν πενήντα χρόνια, καθώς και στο τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνό του.

Έγραφε περί αυτού ο Αγιορείτης ωραιογράφος επίσκοπος: «Οσιακή μορφή· μέχρι τη ζώνη του η γενειάδα, εκφραστικά και βαθυστόχαστα τα μάτια του, βαρειά και ανδροπρεπής η άρθρωσις των λέξεων, απλοϊκή η διατύπωσις των σκέψεών του, μόνιμη η έκφρασις της χαράς στο πρόσωπό του. Ευγενής, καταδεκτικός, φιλόξενος. Θα λείψει λοιπόν απ’ τη Σκήτη και απ’ ανάμεσά μας η κυπαρισσένια του κορμοστασιά και η βιβλική του φυσιογνωμία, που κάλλιστα θα μπορούσε να παραβληθεί με τις πρωτατινές τοιχογραφίες των πινελιών του Πανσελήνου»…

Πηγές –  Βιβλιογραφία:
Κωνσταντίνου Ρώϊμπα, Ο παπα-Νικάνορας ο Καυσοκαλυβίτης (1929-1998), Άγιον Όρος 2002. Χρυσοστόμου Ροδοστόλου επισκόπου, Θεομητορικά και εξόδια στον ΆΘωνα, Άγιον Όρος 2005, σσ. 395-398.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ.1445-14.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Νικηφόρος Σιμωνοπετρίτης (1880 – 23 Μαΐου 1958) 23 Μαΐου 2016


Ieromonahos Nikiforos Simonopetritis

Ιερομόναχος Νικηφόρος Σιμωνοπετρίτης, «ακαταπαύστως προσηύχετο»

Ο κατά κόσμον Θεόδωρος Παντζαρέλας του Παναγιώτη και της Ευανθίας γεννήθηκε στη Γαλάτιστα Χαλκιδικής το 1880. Προσήλθε προς μονασμό στο Κελλί του Άγιου Ιωάννου του Θεολόγου, που βρίσκεται προς τον αρσανά της μονής Σίμωνος Πέτρας, το 1897. Το 1899 εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Νικηφόρος. Το 1905 προσήλθε και ο κατά σάρκα αδελφός του Αστέριος, που εκάρη μοναχός το 1908 και ονομάσθηκε Αρσένιος. Γέροντάς τους ήταν ο Μικρασιάτης Νικηφόρος (1868-1934), ο οποίος από τη μονή του Αγίου Μάρκου της Χίου πήγε στην Καλύβη της Αγίας Τριάδος της σκήτης της Αγίας Άννης και από εκεί στο Σιμωνοπετρίτικο Κελλί του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.

Ο Γαλατσάνος Νικηφόρος το Σάββατο του Ακαθίστου του 1904 εκάρη μεγαλόσχημος και χειροτονήθηκε διάκονος από τον πρώην Καρπάθου Νείλο († 1917). Κατόπιν χειροτονήθηκε και ιερεύς. Ο ταπεινόφρων Νικηφόρος φοβόταν το μυστήριο της Ιερωσύνης, αλλά έκανε υπακοή στον Γέροντά του. Αναφέρει χαρακτηριστικά περί αυτού ο μετέπειτα ιερομόναχος Χρύσανθος Αγιαννανίτης († 1981): «Κατ’ εντολήν του Γέροντός του, ο Νικηφόρος εχειροτονήθη ιερεύς, αν και από ταπεινοφροσύνην δεν το ήθελε. Μετά την χειροτονίαν ήλθεν εις την Μονήν και έκλαιεν απαρηγόρητος διά το βαρύ φορτίον της Ιερωσύνης. Συντόμως όμως ετυφλώθη και έπαυσε να λειτουργεί. Ο τυφλός πλέον παπα-Νικηφόρος υπηρέτει εις το μαγειρείον και εις τας άλλας υπηρεσίας του Καθίσματος με μεγάλην προθυμίαν. Ειχεν τοιαύτην φλόγαν θείου έρωτος εις την καρδίαν του, όπου ακαταπαύστως προσηύχετο και, όταν ωμιλούσεν ενόμιζες ότι το στόμα του ήτο καμίνι. Αι δε ψυχωφελείς συμβουλαί του εισήρχοντο εις την καρδίαν του πολεμουμένου αδελφού, ο οποίος αμέσως ησύχαζεν. Όταν τον επλησίαζες, εντρέπεσο να σηκώσης τους οφθαλμούς σου να ιδής το πρόσωπόν του, διότι δεν είχε πρόσωπον σάρκινο, αλλά κέρινο δεικνύον την θείαν αλλοίωσιν, την οποίαν είχεν υποστή η ευλογημένη ψυχή του!».

Αναφέρεται ότι στο Κελλί αυτό κάποτε νύχτα πήγαν δύο ληστές να ληστέψουν. Ο Γέροντας τους είπε πως είναι φτωχοί και δεν έχουν τίποτε να τους πάρουν. Εκείνοι τους απειλούσαν με τα όπλα. Ο Γέροντας τους είπε να περιμένουν. Πήγε στο ναό και μετάλαβε από το άγιο αρτοφόριο. Βγήκε στους ληστές και τους είπε: «Τώρα κάντε με ό,τι θέλετε». Το πρόσωπό του όμως έλαμπε τόσο πολύ, που τρόμαξαν και μετανοημένοι αναχώρησαν.

Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 23.5.1958. Μετά πενθήμερο από της κοιμήσεώς του αναχώρησε ο αδελφός του Αρσένιος για τις Καρυές, όπου μετά ένα σαρανταήμερο αναπαύθηκε και αυτός.

Πήγες – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας, 1956. Χρύσανθου Αγιαννανίτου Ιερομ., Παπα-Νικηφόρος, Η Αγία Σκέπη 111/1984, σ. 36. Αστεριού Καραμπατάκη, Γαλάτιστα, σελίδες από την ιστορία της, Θεσσαλονίκη 2002, σσ. 31-33.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 593-594

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης (1901 – 4 Ιουνίου 1987) 4 Ιουνίου 2016 Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†)


Gerontas Theodosios Agiopavlitis 01

Ιερά μονή Αγίου Παύλου.

Γεννήθηκε στην Αταλάντη ο κατά κόσμον Θεόδωρος Αντωνάτος το 1901 από ευσεβείς γονείς. Η καταγωγή του ήταν από την Κεφαλλονιά. Ο πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος. Η μητέρα του, ως έλεγε ο ίδιος, είχε εξαιρετική πνευματική ζωή μέχρις αγιότητος. Σε μικρή ηλικία ασθένησε σοβαρά και πλησίασε τον θάνατο. Με τη βοήθεια της Παναγίας έγινε καλά. Μετά τον θάνατο της μητέρας του μετέβη στην Αθήνα. Υπηρέτησε επί τετραετία στη χωροφυλακή και γνώρισε όλο το άλγος της αμαρτίας, παρασυρμένος από το κακό. Έπεσε έως τα δίχτυα του δαιμονοφορούμενου πνευματισμού. Ήταν πτυχιούχος της Ανώτατης Εμπορικής Σχολής Αθηνών και είχε κερδοφόρα εμπορική επιχείρηση. Με τη βοήθεια της Παναγίας τ’ άφησε όλα και ήλθε στο Περιβόλι της. Στη Μοναχική Απολογία του γράφει σ’ ένα σημείο: «Υστάτην έκκλησιν κάμνει, αδελφέ αναγνώστα, εις την αγαθήν σου καρδίαν, ο χαράσσων τας γραμμάς αυτάς, όστις εν σημαντικόν μέρος της ζωής του έζησεν εντός του κύκλου της τραγικής αποστασίας. Πλησίασε, αγαπητέ, τον Χριστόν μας εν μετανοία και να είσαι απολύτως βέβαιος ότι θα σε πλημμυρίση με το πέλαγος της αγάπης του».

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, αν του το ζητούσαν γινόταν διδακτικός.

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, αν του το ζητούσαν γινόταν διδακτικός.

Προσήλθε στην ιερά μονή του Αγίου Παύλου το 1935 και εκάρη μοναχός το επόμενο έτος. Υπήρξε γραμματεύς, βιβλιοθηκάριος, αρχειοφύλακας, προϊστάμενος, επίτροπος και αντιπρόσωπος της μονής στην Ιερά Κοινότητα. Ταξινόμησε το αρχείο της μονής και συνέταξε ένα πρώτο κατάλογο της βιβλιοθήκης. Συγκέντρωσε πλήθος εικόνων και χαλκογραφιών. Ήταν συντάκτης του αξιόλογου περιοδικού Άγιος Παύλος ο Ξηροποταμίτης επί δεκαετία. Δημοσίευσε διάφορα άρθρα και αξιόλογα βιβλία περί μοναχισμού και της συνεχούς θείας Μεταλήψεως. Εμείς τον γνωρίσαμε ανάμεσα στα βιβλία, τις γραφές του και τις συλλογές του να μιλά με δάκρυα για τη μετάνοια, τον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους.

Γέροντας Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης.

Γέροντας Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης.

Όπως γράφαμε σε μία, τότε, νεκρολογία μας, υπήρξε υποδειγματικός τύπος κοινοβιάτη μοναχού κι ένας από τους τελευταίους παλαιούς λογίους πατέρες του Αγίου Όρους. Τη μονή της μετανοίας του αγάπησε υπέρμετρα και διακόνησε ολόθερμα. Εργάσθηκε για την άρση της λειψανδρίας του Αγίου Όρους και για την κατάργηση της ιδιορρυθμίας των μονών. Υπήρξε καλός κοινοβιάτης, φιλακόλουθος, ακτήμων, προσευχόμενος, νηστευτής, εγκρατής, υπάκουος, φιλάγιος και θεοφιλής. Αν του το ζητούσαν, γινόταν διδακτικός, καταθέτοντας γνήσιο λόγο Θεού.

Λίγες ημέρες πριν την προς Κύριον εκδημία του τον είχαμε επισκεφθεί και συνεχώς και ζωηρώς μας έλεγε για το ουράνιο ταξίδι του, για τη Βασιλεία του Ουρανών, για τον πόλεμο των δαιμόνων, που επί πολλά έτη είχε, γιατί τους είχε ξεγλυστρήσει, για τη βοήθεια της Παναγίας και για τη μεγάλη αγάπη του στο αυστηρό μοναστήρι του. Ανεπαύθη ησύχια στις 4.6.1987.

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, στη βιβλιοθήκη με τις φίλες γραφές του.

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, στη βιβλιοθήκη με τις φίλες γραφές του.

Με περισσή αγάπη σημειώνει στην εισαγωγή του βιβλίου του Μοναχική Απολογία τι γράφουν για το πολυσέβαστο Άγιον Όρος: «Κατά τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Νικόλαον τον Γ΄ είναι: “Θεού εύρημα προς κατοικίαν αγίων ανδρών”. Κατά τον πάπαν Ιννοκέντιον τον Γ΄: “Το όρος αυτό αληθώς έστι τόπος άγιος, οίκος Κυρίου, Πύλη Ουράνιος”. Κατά τον Άγιον Σάββαν Αρχιεπίσκοπον Σερβίας: “ Όρος Άγιον κατοικούμενον από σεσαρκωμένους νόας”. Κατά τον Αλέξιον Α΄ τον Κομνηνόν “Βασιλικώτατον και Θειον Όρος εις τα της Οικουμένης όρη”. Κατά τον Ανδρόνικον Β΄ Παλαιολόγον “Αρετών πασών καταφύγιον”. Κατά τον Ιωάννην Καντακουζηνόν “Πόλις ουράνιος”».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου. Θεοδοσίου Αγιοπαυλίτου μοναχού, Μοναχική Απολογία, Θεσσαλονίκη 1976. Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Εκοιμήθη ο Αγιορείτης μοναχός Θεοδόσιος, ’Ορθόδοξος Τύπος 750/3.7.1987, σ. 4. Του αυτού, Προσκυνητάριον της Ιεράς Μονής του Άγιου Παύλου, Άγιον Όρος 1997, σ. 117.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1197-1201

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Μοναχός Θεόκτιστος Διονυσιάτης (1926 – 8 Ιουνίου 1995) 8 Ιουνίου 2016


ο φίλος των Αγίων

ο φίλος των Αγίων

Ο κατά κόσμον Θεόδωρος Σαχρόνης του Αθανασίου και της Σύρμως γεννήθηκε στην, ωραία Λάιστα Ζαγορίου της εύανδρης Ηπείρου το 1926. Αποφοίτησε του οκτατάξιου ρουμανικού Γυμνασίου των Ιωαννίνων.

Έμενε στο κελλί του άγιου Νήφωνα († 1508), που ήταν γεμάτο εικόνες, ακολουθίες, Συναξάρια και Γεροντικά. Ήλθε στη μονή Διονυσίου το 1957 και εκάρη μοναχός το 1959. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς, και εκοιμήθησαν όταν ήταν παιδί. Μετά την απόλυσή του από τον στρατό ταλαιπωρήθηκε επί μία πενταετία από την ασθένεια της φυματιώσεως. Οι ιατροί τον είχαν καταδικασμένο σε θάνατο. Ένα βράδυ είδε στον ύπνο του τον άγιο Νικόλαο. Την άλλη ημέρα πήγε να εξομολογηθεί. Στο ναό που μπήκε ήταν του αγίου Νικολάου. Νέες εξετάσεις έδειξαν ότι δεν είχε πλέον τίποτε. Ευχαρίστησε εγκάρδια τον άγιο.

Monahos Theoktistos Dionisiatis_02

Πριν φύγει για μοναχός πήγε να προσκυνήσει τη Μεγαλόχαρη της Τήνου. Διηγείται ο ίδιος με συγκίνηση: «Στις 15 Αυγούστου 1957 βρισκόμουν στην Τήνο, στη χάρη Της. Τότε είδα την Παναγία μας μαυροφορεμένη να πετάει μέσα στο ναό την ημέρα της πανηγύρεως και να ευλογεί τον λαό. Την είδε όλος ο κόσμος και τα μάτια μας έτρεχαν βροχή από δάκρυα χαράς και κατανύξεως. Όλοι οι χριστιανοί φώναζαν: Παναγία μας, Παναγία μας, σώσε μας, ελέησέ μας. Έλεγα κι εγώ τότε δακρυσμένος: Πώ, πώ, ποιός είμαι εγώ που αξιώνομαι να δώ την Παναγία μας; Εγώ ο αμαρτωλός, ο άσωτος, ο διεφθαρμένος της κοινωνίας; Μυστήρια και απερίγραπτα πράγματα έχει η πίστη μας. Χαρά σ’ αυτόν που πιστεύει και αγαπά τον Θεό. Πολλά θαύματα γίνονται τότε. Μεγάλη δουλειά να πιστεύεις στον Θεό και στο έλεός Του».

Μοναχός Θεόκτιστος Διονυσιάτης, ο πάντοτε φιλάγιος Γέροντας

Μοναχός Θεόκτιστος Διονυσιάτης, ο πάντοτε φιλάγιος Γέροντας

Ως κονακτσής που ήταν στο αντιπροσωπείο της μονής στις Καρυές, του Αγίου Στεφάνου, παρουσιάσθηκε ο πρωτομάρτυς και πρωτοδιάκονος να θυμιάζει το ναό. Ως γηροκόμος στη μονή έκανε τρεις περίπου δεκαετίες. Κύρτωσε να διακονεί με υπομονή και προθυμία τα γεροντάκια. Ήταν πάντα σκυφτός, κοιτούσε χάμω και βαστούσε ένα μεγάλο κομποσχοίνι λέγοντας την ευχή. Συνήθιζε να μιλά για τους βίους των αγίων. Τις ασθένειές του θεράπευε με τις Παρακλήσεις σε αυτούς. Όταν ήταν υγιής, πήγαινε στα παρεκκλήσια και προσευχόταν ώρες. Θυμάμαι με πόση επιμονή με κυνηγούσε να γράψω συγκεντρωτικά τους βίους των Ηπειρωτών αγίων. Τελικά έγραψε κάποιος άλλος και χάρηκε πολύ. Οι άγιοι ήταν φίλοι του. Μιλούσε φιλικά μαζί τους. Δεν τους αισθανόταν μακριά. Μιλούσε γι’ αυτούς με ζωντάνια, φυσικότητα, αφελότητα, απλότητα και ζωηρότητα μεγάλη.

Ήταν πράγματι ο απλούστατος Θεόκτιστος μοναχός αγιοτρόφος, αγιόφιλος, φιλάγιος. Τρεφόταν, εμπνεόταν, διδασκόταν από τη ζωή των αγίων μας. Ζούσε σε συνεχή κοινωνία με τους αγίους. Χαιρόταν αφάνταστα να μιλά για τους άγιους. Αισθανόταν την παρουσία των άγιων στη ζωή του. Ήταν ένας αληθινός αγιολόγος.

Μεταλαμβάνοντας, εξομολογούμενος, συγχωρώντας τους πάντες, υπομένοντας ασθένειες, γηροκομούμενος τώρα και αυτός, που γηροκόμησε πολλούς Διονυσιάτες πατέρες, αναχώρησε από τα επίγεια για τα ουράνια στις 8.6.1995.

Πηγές –Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Διονυσίου

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ.1391-1393/ Συναξαριακές μορφές


Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Μακάριος Λακκοσκητιώτης (1893 – 19 Ιουνίου 1973) 19 Ιουνίου 2016


Ιεομόναχος Μακάριος Λακκοσκητιώτης

Ιεομόναχος Μακάριος Λακκοσκητιώτης

Ο κατά κόσμον Μωυσής Ουτάν Ιλανίδης του Μωυσέως γεννήθηκε στο Απόλδυ Σιμπίου της Ρουμανίας το 1893. Στο Περιβόλι της Παναγίας ήλθε 13 ετών. Εκάρη μοναχός το 1912 και ονομάσθηκε Μακάριος στην Καλύβη της Υπαπαντής του Κυρίου της Λακκοσκήτης, όπου μόναζαν τότε περί τους εκατό Ρουμάνους πατέρες, ζώντας πολύ ασκητικά και φτωχικά, κυρίως με αγροτικές εργασίες.

Δυστυχώς επί έτη είχε ένα μεγάλο πειρασμό. Είχε ένα δύσκολο γείτονα, που τον καταταλαιπωρούσε με πολλά και διάφορα προβλήματα. Δεν τον άφηνε σχεδόν καμία ημέρα ήσυχο. Του έκοβε το νερό, του φώναζε και λοιπά. Για να μην αγανακτήσει και χάσει την υπομονή του, αφού έβλεπε ότι δεν ακούει και δεν διορθώνεται, αναγκάσθηκε ν’ αφήσει την Καλύβη του, που τόσο αγαπούσε, αφού από παιδί προσήλθε σε αυτή, και μετέβη στη μονή του Αγίου Παύλου που ανήκε. Οι πατέρες τον δέχθηκαν με πολλή αγάπη.

Έψαλλε ωραία, διάβαζε, λειτουργούσε, διάβαζε συγχωρητική ευχή, όταν απουσίαζε ο ηγούμενος, και ήταν απ’ όλους τους Αγιοπαυλίτες πολύ αγαπητός. Ήταν σπουδαίος Πνευματικός. Έρχονταν απ όλο το Άγιον Όρος πατέρες, κυρίως Ρουμάνοι, για να εξομολογηθούν σε αυτόν και να εναποθέσουν τα βάρη της ψυχής τους στο πετραχήλι του.

Ανεπαύθη εν Κυρίω Ιησού τω Θεώ ημών στις 19.6.1973 μετά την αγρυπνία των Οσίων Αγιορειτών Πατέρων, των οποίων τους βίους αγωνίσθηκε να μιμηθεί ο μακάριος Μακάριος.

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου. Εγκάρδιες ευχαριστίες στον Γέροντα Νικόδημο Αγιοπαυλίτη για τις πληροφορίες κι εξυπηρετήσεις του.

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου. Εγκάρδιες ευχαριστίες στον Γέροντα Νικόδημο Αγιοπαυλίτη για τις πληροφορίες κι εξυπηρετήσεις του.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 869

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) «Η ησυχία θέλγει πάντα από νωρίς τους εραστές του Θεού, τους φίλους και πιστούς ακολούθους του» 3 Δεκεμβρίου 2017


[Προηγούμενη δημοσίευση: https://www.pemptousia.gr/?p=177390]

Στρατιωτική θητεία

Το 1945 πήγε να υπηρετήσει την Πατρίδα εκπληρώνοντας τη στρατιωτική του θητεία. Τοποθετήθηκε στη θέση των διαβιβάσεων. Η ειδικότητά του ήταν ασυρματιστής. Χαιρόταν που αντί για όπλο κρατούσε τον ασύρματο. Ειδικότητα που διατήρησε ισόβια, στέλνοντας συνεχή μηνύματα στον ουρανό, κάνοντας το κομποσχοίνι όπλο δυνατό κατά του πονηρού διαβόλου.

Χαιρόταν να εξυπηρετεί τους άλλους. Ορισμένοι στην αρχή τον πέρασαν για αγαθό. Δεν άργησαν όμως να τον εκτιμήσουν απέραντα. Οι κακουχίες τον ταλαιπώρησαν μα δεν τον έκαμψαν. Έδινε κουράγιο σε όλους, γινόταν θυσία, προσφορά, δίχως να υπολογίζει τον εαυτό του. Πέντε χρόνια έμεινε στρατιώτης λόγω των δύσκολων συνθηκών της εποχής και του ανταρτοπόλεμου. Απολυόμενος του Εθνικού Στρατού, θα ενεγράφετο σ’ ένα άλλο στράτευμα, ισάγγελο, μοναχικό, ισόβιο που θα τον οδηγούσε στην αγκαλιά του Θεού, στη μακαρία μοναχική πολιτεία του ιερού Άθωνος, του πανσέβαστου Περιβολιού της Παναγίας που θα το αγαπούσε υπέρμετρα σε όλη την ωραία κατοπινή του ζωή.

Στο Περιβόλι της Παναγίας

Σε μια επιστολή του ταπεινά ο Γέροντας αναφέρει: «Πολύ ταλαιπωρήθηκα ως αρχάριος μέχρι να βρω αυτό που επιθυμούσα. Φυσικά κανείς δεν μου έφταιξε για να ταλαιπωρηθώ, παρά οι πολλές αμαρτίες μου (για να εξοφλήσω μερικές), όπως επίσης και η χωριατοσύνη μου ήταν κι αυτή δεύτερη αιτία για να ταλαιπωρηθώ, που εμπιστευόμουν τον εαυτό μου σ’ όποιον εύρισκα. Ευχαριστώ πολύ τον Θεό για όλα, διότι όλα με ωφελήσανε πολύ…». Περιέρχεται Σκήτες και Κελλιά αναζητώντας το ευώδες άνθος της αρετής: Στις Καρυές, στα Καυσοκαλύβια, την Αγία Άννα, στη Νέα Σκήτη κι αλλού. Επιστρέφει για λίγο στην Κόνιτσα και το 1953 επανέρχεται μόνιμα στο πεφιλημένο Άγιον Όρος, τον τόπο της θεοφιλούς αρετής, ασκήσεως και αγιότητος.

Στην Ιερά Μονή Εσφιγμένου

Επισκέπτεται τότε και παραμένει στην αυστηρή Κοινοβιακή Μονή Εσφιγμένου, όπου είχε αγωνιστές πατέρες, με ζέοντα κατά Θεόν ζήλο. Όπως έλεγε αργότερα ο Γέροντας, πολύ ωφελήθηκε από τη γνήσια αγωνιστική ζωή τους, πιο πολύ και από τα συναξάρια, από τη σιωπή τους κι όχι τόσο από τον λόγο τους, από την εγκράτεια και το φωτεινό τους παράδειγμα, που είναι το καλύτερο βιβλίο.

Υπήρξε πρόθυμος διακονητής και απέδιδε σε όλα τα διακονήματα που του ανέθεταν: Του παρατραπεζάρη – βοηθού στην τραπεζαρία, του παραμάγειρα – βοηθού στον φούρνο, του παραρχοντάρη – βοηθού στον ξενώνα, ξυλουργού και αλλού. Παντού και πάντοτε πρόθυμος κι αποδοτικός. Πρώτος στην Ακολουθία, πρώτος στη διακονία, αναπαυόμενος ελάχιστα, αγρυπνώντας ολονύκτια και στις μακρές Ακολουθίες του καθολικού πάντα όρθιος, προσεκτικός και κατανυκτικός. Οι δαίμονες ενοχλούνταν από τον ταπεινό του αγώνα και τον ενοχλούσαν με λογισμούς επιστροφής στους δικούς του, πως είναι τάχα άρρωστοι και τον χρειάζονται, αλλά και οφθαλμοφανείς επιθέσεις. Ο δόκιμος Αρσένιος με τη χάρη του Παντοδύναμου Θεού, ήταν τολμηρός κι έλεγε στον δαίμονα: «Να ’ρχεσαι, διότι μου κάνεις καλό. Με βοηθάς να θυμάμαι τον Θεό όταν τον ξεχνώ και να προσεύχομαι». Έτσι, πού να έμενε ο πειρασμός; Εξαφανιζόταν αμέσως. Δεν είναι χαζός να προξενεί στεφάνια στον Μοναχό. Οι δαιμονικές πλεκτάνες είναι συνήθως περίτεχνες, αλλά οι αληθινοί άνθρωποι του Θεού βρίσκουν παντα τρόπους να τις εξουδετερώνουν και να τις διαλύουν.

Στις 27.3.1954 εκάρη Μοναχός από τον Ηγούμενο Καλλίνικο κι έλαβε κατά την ρασοευχή το όνομα Αβέρκιος. Ο πνευματικός του αγώνας μεγάλωσε. Κυρίως εντοπιζόταν στη μέτρια ασκητικονηπτική μελέτη, στη συνεχή προσοχή κι εγρήγορση, στην αέναη προσευχή και την επιμελή νήψη. Δεν άφηνε διόλου αυτή τη μυστική εργασία του. Η επιμέλεια στην ασκητική ζωή είναι κεντρικής σημασίας και αξίας.

Έτσι τον σκίασε η Θεία Χάρη, καθώς ο ίδιος λέει: «Μια νύχτα, ενώ προσευχόμουν όρθιος, ένιωσα κάτι να κατεβαίνει από πάνω και να με περιλούζει ολόκληρο. Αισθανόμουν μια αγαλλίαση και τα μάτια μου έγιναν δύο βρύσες που έτρεχαν συνέχεια δάκρυα. Έβλεπα και ζούσα αισθητά τη Χάρη». Η απλότητα και περιεκτικότητα της περιγραφής της θείας επισκέψεως, είναι δηλωτική και της γνησιότητός της. Η αγάπη του όμως η μεγάλη για την ιερά ησυχία, τη μεγαλύτερη άσκηση και την ερημική ζωή, τον έκανε ν’ αναχωρήσει από το Μοναστήρι των πρώτων άθλων του με την ευλογία του Ηγουμένου του. Η ησυχία θέλγει πάντα από νωρίς τους εραστές του Θεού, τους φίλους και πιστούς ακολούθους του. Αγαπούν το αμέριμνο, το ησύχιο, το αδιάσπαστο.


Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Βαρλαάμ Καψαλιώτης (1833 – 1934) 1 Οκτωβρίου 2018

 

Καταγόταν από την κοινότητα Μπουϊματσένι του νομού Μποντοσάνι της Ρουμανίας. Οι χωρικοί γονείς του διακρίνονταν για την πλούσια ευσέβεια τους. Επιθυμώντας ν’ ακολουθήσει την ευαγγελική ζωή ήλθε στο Άγιον Όρος να μονάσει, όπου εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός.

Ο Καψαλιώτης Γέροντας Βαρλαάμ.

Μετά από πολλά χρόνια ασκήσεως στον ιερό Άθωνα, ο ονομαστός αυτός ασκητής και σπουδαίος πατήρ επέστρεψε στην πατρίδα του. Παρέμεινε στη σκήτη Κοζάντσεα-Μποντοσάνι. Εκεί χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και κατεστάθη Δίκαιος της το 1899. Επί μία δωδεκαετία διακυβέρνησε τη σκήτη ως άριστος Πνευματικός. Βοήθησε πολλούς μαθητές του στην ανοδική πνευματική τους πορεία με τον φόβο του Θεού, την τήρηση των θείων εντολών, την αέναη κυριακή προσευχή, την υπακοή και την ελεημοσύνη.

Το 1912 ο Γέροντας Βαρλαάμ ήλθε ξανά στο Άγιον Όρος και παρά τη μεγάλη του ηλικία και το αξίωμά του θέλησε να γίνει υποτακτικός. Υποτάχθηκε μάλιστα σε Γέροντα λίαν αυστηρό, του Κελλίου του Αγίου Νικολάου της Καψάλας, τον Ιερομόναχο Νικόλαο, που λόγω της μεγάλης αυστηρότητας του δεν πήγαινε κανείς για υποτακτικός του. Από ευλάβεια στον προστάτη του άγιο άρχισε να επισκευάζει τον ναό του Κελλίου του, δεν είχε όμως τα απαιτούμενα χρήματα για να τον ολοκληρώσει. Λυπημένος πολύ κρέμασε την εικόνα του αγίου σ’ ένα δένδρο και προσευχόμενος παρακαλούσε τον άγιο να θαυματουργήσει μ’ ένα τρόπο, ώστε να βρεθούν τα χρήματα και να τελειώσει τον ναό του.

Το Κελλί του Αγίου Νικολάου στη Καψάλα.

Ενώ προσευχόταν ο ασκητής, έφθασε ο Γέροντας Βαρλαάμ και βοήθησε για την αποπεράτωση της εκκλησίας. Έμεινε πλησίον του Γέροντος Νικολάου και απέκτησαν συνοδεία. Το 1934 εκοιμήθη ο Γέροντας Βαρλαάμ Βάντου κι ετάφη δίπλα στο ναό του αγίου Νικολάου και δίπλα στον τάφο του Γέροντός του Νικολάου.

Πηγές – Βιβλιογραφία:

Ιωαννικίου Μπαλάν ιερομ., Ρουμάνικο Γεροντικό, Θεσσαλονίκη 1985, σ. 472.

 

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων Αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμ. Α΄ 1901-1955, εκδ. Μυγδονία, Άγιον Ορος 2011.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Γεδεών Προδρομίτης (1840 – 1925) 23 Σεπτεμβρίου 2018


Καταγόταν από την περιοχή Πράχωβας της Ρουμανίας. Ακούγοντας ότι πολλοί συμπατριώτες του ασκούνται στο Άγιον Όρος το 1865 ήλθε στη σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, στην υπακοή του Δικαίου Νήφωνος (+ 1901). Για την ταπείνωση και την υπακοή του εκάρη μοναχός και αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος. Η πραότητα, η ταπείνωση, η σοφία και η ειρήνη χαρίτωνε τη ζωή του. Λειτουργούσε καθημερινά. Όλες τις διακονίες του τις έκανε με σιωπή. Ποτέ δεν κατέκρινε κανένα. Σεβαστός και αγαπητός σύμβουλος του ήταν ο Γέροντας Νεκτάριος (+ 1903), από τον οποίο δεν έμαθε μόνο τη βυζαντινή μουσική αλλά και τη νοερά προσευχή.

Το 1891 για την αρετή του εξελέγη Δίκαιος της σκήτης. Ως Δίκαιος αναδείχθηκε με την καλοκαγαθία και την αγιότητά του πρότυπο πνευματικού πατρός. Αναφέρεται ως ένας από τους οσιότερους Δικαίους της σκήτης. Συνέχισε τη διακριτική σιωπή του, την έμφυτη πραότητα και τη μεγάλη αρετή της ελεημοσύνης. Μαζί με τους άλλους αδελφούς διακονούσε στους κήπους και όπου αλλού χρειαζόταν. Ήταν φωτεινό παράδειγμα για όλη την αδελφότητα. Όταν τού ζητούσαν κάτι, το έδινε αμέσως και, αν δεν είχε, έδινε από τα δικά του, ώστε όλοι πάντοτε να είναι ειρηνικοί και αναπαυμένοι.

Στις ημέρες του η σκήτη γνώρισε μεγάλη πνευματική άνθηση. Η αδελφότητα είχε 150 πατέρες κυρίως, ρουμανικής καταγωγής. Υπήρχε σχολή βυζαντινής μουσικής, με 80 μαθητές απ’ όλο το Άγιον Όρος. Επίσης σχολές καλλιγραφίας, βιβλιοδεσίας, ξυλογλυπτικής και αγιογραφίας.

Το 1900 ο μακάριος Γεδεών παραιτήθηκε από το αξίωμά του. Θέλησε να ησυχάσει μόνος του και ν’ αφιερωθεί περισσότερο στην προσευχή. Έμεινε έξω από τη σκήτη σ’ ένα μικρό Κελλί κοντά στη θάλασσα. Προαισθανόμενος το τέλος του νουθέτησε όλους τους σκητιώτες αδελφούς ν’ αποφεύγουν τις διχόνοιες και να έχουν αγάπη και ειρήνη. Έτσι αναπαύθηκε ειρηνικά ο μακάριος.

Πηγές-Βιβλιογραφία:

Μοναχολόγιον Ιεράς Ρουμάνικης Σκήτης Τιμίου Προδρόμου.

 

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων Αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμ. Α΄ 1901-1955, εκδ. Μυγδονία, Άγιον Ορος 2011.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιεροδιάκονος Στέφανος Αγιορείτης (+ 1944) 6 Οκτωβρίου 2018


Γεννήθηκε στο Κρανίδι Ερμιονίδος και νωρίς φόρεσε το τίμιο του μοναχού ένδυμα στη μονή Αγίων Αναργύρων Ερμιόνης. Αργότερα, για τελειότερη ζωή ήλθε στο αγιώνυμο όρος του Άθωνος, όπου χειροτονήθηκε διάκονος.

Μετά από καιρό επέστρεψε στη μονή της μετανοίας του με περισσότερο ένθεο ζήλο. Συμπατριώτες του στον ανταρτοπόλεμο τον συνέλαβαν, γιατί δεν τους ακολούθησε, και σιγά σιγά του έκοψαν με μαχαίρι τον λαιμό. Με σταθερότητα, πίστη και ανδρεία πορεύθηκε ο νεαρός διάκονος την ίδια οδό με τον συνώνυμο του πρωτοδιάκονο και πρωτομάρτυρα Στέφανο.

Την θερμή προσευχή του δεν έπαυσε έως την τελευταία στιγμή. Ο δήμιος του δέχθηκε ισχυρό νευρικό κλονισμό και ορκίσθηκε να πάψει το άχαρο αυτό έργο. Κάποιος άλλος όμως τον διαδέχθηκε, βάφοντας τα δάκτυλα του στο αίμα του πρώην δημίου.

Ο ιεροδιάκονος Στέφανος Πουλής είχε καταφέρει να κερδίσει με την βιοτή του τουλάχιστον μία ψυχή… Σίγουρα θα ήταν πολύς ο μισθός του στον ουρανό.

Πηγές – Βιβλιογραφία: Διονυσίου Λήμνου μητροπ., Πιστοί άχρι θανάτου, Αθήναι 1959, σσ. 462-463.

 

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων Αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμ. Α΄ 1901-1955, εκδ. Μυγδονία, Άγιον Ορος 2011.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης (†) Ιερομόναχος Ιερόθεος Αγιορείτης (1908 – 1944) 22 Οκτωβρίου 2018

 /

Η ιδιαίτερη πατρίδα του ήταν τ’  Αμπελάκια Σαλαμίνος. Μόλις 16 ετών αναχωρεί για το Άγιον Όρος. Εδώ κείρεται μοναχός και χειροτονείται ιερεύς. Μετά 17 έτη ασκήσεως μεταβαίνει στην Ύδρα. Ο ιερομόναχος Ιερόθεος Πατάπης ως εφημέριος αγαπήθηκε από όλους για την ευγένεια, την πραότητα και τη φιλανθρωπία του.

Αξιώθηκε μαρτυρικού τέλους στις 15.12.1944. Μόλις είχε τελειώσει την αναίμακτη θεία ιερουργία της εορτής του αγίου ιερομάρτυρος Ελευθερίου. Τον φόνευσαν αντίθεοι, ύστερα από πολλές κακουχίες, με πέλεκι, ώστε να λάβει το στεφάνι της ασκήσεως και του μαρτυρίου. Έμεινε πιστός άχρι θανάτου για να λάβει τον της δικαιοσύνης στέφανο.

Πηγές – Βιβλιογραφία:

Διονυσίου Λημνου μητροπ. Πιστοί άχρι θανάτου, Αθήναι 1959, σσ. 30-31.

 

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων Αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμ. Α΄ 1901-1955, εκδ. Μυγδονία, Άγιον Ορος 2011.