Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2013

Μοναχὸς Τρύφων ἐρημήτης τῆς Καψάλας. Μέρος Γ'. Ρουμάνοι Ἁγιορεῖτες μοναχοί

 



 

῾Ο παπᾶ-Ξενοφῶν, Ρουμᾶνος ἀσκητής γείτονάς του, πολλές φορές τόν παρακαλοῦσε, νά ἔλθῃ στό κελλί του νά μένουν μαζί γιά νά τόν βοηθήσῃ. Ἐκεῖνος ὅμως τοῦ ἀπαντοῦσε: «῾Ο Γέρο-Τρύφων, παπᾶ-Ξενοφῶν, ἄφησε γονεῖς, ἀδέλφια πατρίδα, συγγενεῖς, φίλους, ἄφησε τόν κόσμο καί ἔγινε Μοναχός. ῞Ολα αὐτά τά ἄφησε για νά τόν οἰκονομήσῃ ὁ παπᾶ-Ξενοφῶν, ἤ ὁ Θεός; ῎Οχι, ὁ Τρύφων δέν δέχεται οἰκονομίες. Θά μείνῃ στό Κελλί του μέχρι τόν θάνατόν του.
Μπορῶ νά ἔρχωμαι νά σέ βλέπω; Νά σοῦ φέρνω ψωμί, ἐλιές, χόρτα βραστά καί παξιμάδι;
-Νά ἔρχεσαι, ὄχι γιά πολλή ὥρα. Λίγο καί μετά νά φεύγῃς. Μία φορά στίς δύο ἑβδομάδες νά ἔρχεσαι. Δέν θέλω νά βλέπω ἀνθρώπους συχνά, διότι μοῦ φεύγουν ὁ Χριστός καί οἱ ῎Αγγελοί μου.
῾Ο π. Παῒσιος τόν ἐρώτησε: ῞Οταν δέν ἔρχεται ὁ παπᾶ-Ξενοφῶν νά σοῦ φέρῃ λίγο φαγητό, τότε ἐσύ τί τρώγεις;
-Ἐγώ εἶμαι προβατίνα. Τρώγω χόρτα. Σκύβω κάτω καί τρώγω.
Εἶχε τόση ταπείνωσι καί περιφρόνησι στό σῶμα του, ὡσάν νά μιλοῦσε γιά κάποιου ἄλλου τό σῶμα καί τήν ζωή.
῾Η ἀδιάλειπτη προσευχή τόν ἀνεβίβαζε σέ δυσθεώρητα ὕψη. Τό πρόσωπό του ποτέ δέν ἦτο τό ἴδιο. Πάντοτε ἐδέχετο ἀλλοιώσεις καί προσετίθετο Χάρις ἐπάνω στήν Χάρι.
Ἐπειδή ἔφθασε στήν μακαρία ἀπάθεια, ζοῦσε πλέον σάν μικρό παιδάκι, χωρίς πονηρία καί πολυπραγμοσύνη. ῾Απλότης στήν ὁμιλία του, ἁπλότης στό περπάτημά του, στήν συμπεριφορά του, σ᾿  ὅλη τήν διαγωγή του.
῞Οταν κάποια φορά, λόγῳ ἐργασίας στό κῆπο του, φάνηκε μέρος τοῦ σώματός του, ἀμέριμνος ἐκουβέντιαζε μέ τόν π. Παῒσιο, χωρίς νά ντραπῇ. Οὔτε σκέφθηκε ὅτι θά μποροῦσε νά σκανδαλίσῃ τόν ἄλλον ἀδελφό. Σκέπασε τήν γυμνότητά του φυσιολογικά, ὡσαν νά μή συνέβαινε τίποτε.
Λίγους μῆνες πρίν πεθάνῃ, τόν ἐπισκέφθηκε ἕνας νεαρός Μοναχός, ὁ π. Δ. Ἰδού τί μοῦ διηγήθηκε ὅταν ἐπέστρεψε:
Ἐκεῖ στήν Καψάλα, ζῆ κι ἕνας ἄλλος ἀσκητής, ὁ π. Τρύφων. Μένει σ᾿ ἕνα Καλύβι, χωρίς στέγη καί μόνο στόν διάδρομο προστατεύεται ἀπό τήν βροχή. Δέν ἔχει οὔτε κρεβάτι, οὔτε καρέκλα, οὔτε τραπέζι. Γύρω ἀπό τήν αὐλή του εἶδα πεταμένα πολλά κονσερβοκούτια. Προφανῶς ἀπό κάπου τά ἐμάζεψε γιά νά δημιουργοῦν τήν ἐντύπωσι οἱ διαβαίνοντες ἀπ᾿ ἐκεῖ ἀδελφοί, Μοναχοί καί λαϊκοί, ὅτι αὐτός τρώγῃ ψάρια καί ἄλλα παστοποιημένα τρόφιμα.
Ἐλάχιστα κουρελιασμένα ροῦχα τά εἶδα νά εἶναι ἁπλωμένα στό πεζούλι του. Μέσα σέ λίγο διάστημα τόν ἐπεσκέφθηκα τρεῖς φορές. Κάνει τόν σαλό, ἀλλά μέσα στά ἀσυνάρτητα πού λέγει, σοῦ πετάει καί μερικές ἀλήθειες, δι᾿αὐτό χρειάζεται νά προσέχῃ κανείς, ὅταν ὁμιλῇ, διότι θά πῇ καί μεγάλες ἀλήθειες καί ἀποκαλύψεις μέ λόγια συνεσκιασμένα.
Ἐμένα μοῦ εἶπε ὅλα τά προβλήματά μου, καί τί πρέπει νά κάνω γιά νά τά ξεπεράσω, χωρίς φυσικά ἐγώ νά τοῦ ἐξιστορήσω τίποτα ἀπ᾿ αὐτά. Ἐπίσης μοῦ εἶπε, ἀπό ποιές σωματικές ἀσθένειες πάσχω, ὅτι δηλαδή ἔχω τό στομάχι μου, πόνους στά χέρια μου καί στήν μύτη μου ἰγμουρίτιδα.


Ἐπιμέλεια κειμένου Αναβάσεις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου