῎Εργα καί διδακτικοί Λόγοι τοῦ π. Κλεόπα. (Μέρος Θ')
῎Εργα καί διδακτικοί Λόγοι τοῦ π. Κλεόπα. (Μέρος Θ')
Ἡ ζωή καί οἱ ἀγῶνες τοῦ Γέροντος π. Κλεόπα Ἡλίε
Ἡ ζωή καί οἱ ἀγῶνες τοῦ Γέροντος π. Κλεόπα Ἡλίε
74. Μᾶς διηγήθηκε ἀκόμη ὁ π. Κλεόπας ὅτι κατά τά ἔτη 1930-1944 ζοῦσε στήν Κοινότητα Μπορλέστι τοῦ νομοῦ Νεάμτς ἕνας ἱεροψάλτης, ὁ ὁποῖος ἐκαλεῖτο Νικόλαος Δημητρίου. *Ητο ἕνας πολύ πιστός καί εὐλαβής Χριστιανός καί ἐρχόταν συχνά στό Μοναστήρι Συχαστρία.
῞Οταν ἔψαλε στόν χορό, ἔτρεχαν δάκρυα ἀπό τά μάτια του κι ὅλοι οἱ Χριστιανοί ὠφελοῦντο ἀπό τήν ἁγία ζωή του.
Κατόπιν ἀρώστησε καί ἀπέθανε. ῞Οταν τόν ἐπήγαιναν στό Κοιμητήριο, ἀνεστήθηκε καί ἔζησε ἀκόμη μερικά χρόνια. 'Εδιηγεῖτο πάντοτε μέ δάκρυα στά μάτια πῶς εἶδε τά βάσανα τῆς κολάσεως καί αὐτούς πού ἐβασανίζοντο μέσα σ' ἐκείνη τήν φωτιά. 'Ενῶ, ὅταν ἔψαλε στόν χορό, ὅλος ὁ κόσμος ἔκλαιγε μαζί του. Κάποιος τόν ἐρώτησε: «Γιατί κλαίει ὁ κόσμος ὅταν ἐσύ ψάλλεις; Καί ἐκεῖνος ἀπήντησε:«Διότι ψάλλω ἀπό τήν καρδιά μου καί στήν καρδιά μου φθάνει ἡ ψαλμωδία».
῞Οταν ὁ π. Κλεόπας ἦτο νεαρός, καί εἶχε πάει λίγα τότε χρόνια στό Μοναστήρι, ὁ ψάλτης Νικόλαος εἶπε σ' ὅλους τούς 'Αδελφούς: «'Η ρίζα σας θά εἶναι ἀπ'αὐτόν», δείχνοντας τόν νεαρό τότε Κωνσταντῖνο. Δηλαδή νά γνωρίζετε ὅτι θά εἶναι μελλοντικά ὁ ἡγούμενός σας.
Κι αὐτή ἡ προφητεία τοῦ ἱεροψάλτου ἐκπληρώθηκε τό ἔτος 1945.
75. ῞Οταν ἦτο ἡγούμενος στήν Συχαστρία ὁ π. Κλεόπας συνέβη τότε οἱ τσοπάνηδες νά χάσουν τά πρόβατα τῆς Μονῆς. Τά ἀναζητοῦσαν παντοῦ καί δέν τά εὕρισκαν. 'Εφοβοῦντο νά τό εἰποῦν καί στόν στάρετς. Στό τέλος, ἀφοῦ ἔφθασαν σέ ἀδιέξοδο, τό εἶπαν στόν π. Κλεόπα. 'Εκεῖνος τούς ἄκουσε καί τούς ἔφερε στήν ἐκκλησία, ὅπου ὅλοι ἐστάθησαν γονατιστοί μπροστά στήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας καί ἄρχισαν νά προσεύχωνται. 'Αφοῦ προσευχήθηκαν ὁ π. Κλεόπας σηκώθηκε καί τούς εἶπε: «῎Αϊντε νά πᾶμε μαζί μέχρι τήν Σύχλα καί τήν περιοχή Ρίπα τοῦ Κορόϊ».
Καθ' ὁδόν ἔκαναν πολλές στάσεις, κάνοντας προσευχή μέ τήν καθοδήγησι τοῦ π. Κλεόπα. Στό τέλος τοῦ δρόμου ἔφθασαν σ' ἕνα μικρό ξέφωτο, ὅπου εὑρίσκοντο τά πρόβατα νά ξεκουράζωνται μέσα στήν ἡσυχία. Τότε ὁ π. Κλεόπας τούς εἶπε: «῎Εχομε μεγάλη χαρά, διότι εὑρήκαμε τά πρόβατα, ἀλλά χιλιάδες φορές μεγαλύτερη εἶναι ἡ χαρά μας, διότι μᾶς ὡδήγησε ἐδῶ ὁ Φιλάνθρωπος Θεός μας. 'Ιδού τί θέλω νά σᾶς εἰπῶ: «Νά μή ξεκινᾶτε νά κάνετε στήν ζωή σας τίποτε, χωρίς προσευχή μπροστά στόν Θεό καί τήν Κυρία Θεοτόκο».
76. ῞Οταν ὁ π. Κλεόπας ἐπῆγε ὡς ἡγούμενος στό Μοναστήρι Σλάτινα, ἐπισκέφθηκε τούς διαφόρους χώρους. Κατ·ἀρχήν ἐπισκέφθηκε τό ἡγουμενεῖο καί μετά προχώρησε πιό πέρα. 'Επέρασε ἀνάμεσα σέ πολλά κελλιά καί τά εὐλόγησε. Μετά ἔφθασε σ' ἕνα δωμάτιο στό ὁποῖο τό μοναστήρι εἶχε συγκεντρώσει τά ἐργαλεῖα καί τά οἰκοδομικά ὑλικά. 'Εκεῖ στάθηκε χαρούμενος ὁ π. Κλεόπας καί εἶπε: «'Εδῶ θἀ εἶναι τό κελλί μου!»
Οἱ 'Αδελφοί χαρούμενοι κι αὐτοί, διότι ὁ Θεός τούς ἔστειλε ἡγούμενο γιά τήν ψυχική τους σωτηρία, ἀπεφάσισαν νά καθαρίσουν τήν ἀποθήκη ἐκείνη, νά πετάξουν ἔξω τά ὑλικά, ἀλλά ὁ π. Κλεόπας τούς σταμάτησε λέγοντάς τους: «'Αδελφοί, δέν χρειάζομαι βοηθόν, θά κάνω ἐγώ ὅ, τι χρειάζεται μέ τά χέρια μου!»
Καί καταπιάσθηκε μέ τήν δουλειά. Σάν νἆταν ξυλουργός ἔβαλε ἕνα κρεββάτι καί γιά στρῶσι ἕνα ἁπλό ροῦχο πού φοροῦσε ἀπ' ἔξω, ἀπό τά ἄλλα ροῦχα του. Τό κοζιόκ, δηλαδή γελέκο ἀπό δέρμα προβάτου. 'Επάνω σ'αὐτό τό κρεββάτι του εἶχε καί τά βιβλία καί ὅλα τά γράμματα πού τοῦ ἔστελναν ἀπ' ὅλη τήν Ρουμανία.
77. 'Ο π. Κλεόπας ἔμεινε πολλά χρόνια στήν ἔρημο μαζί μέ τόν μαθητή του, τόν π. Βαρσανούφιο, ὁ ὁποῖος εἶχε ἔλθει στό μοναστήρι μέ τήν συμβουλή καί προσευχή τοῦ π. Κλεόπα. καί ἰδού πῶς ἐγνώρισε τόν Γέροντα ὁ π. Βαρσανούφιος:
῏Ητο νυμφευμένος καί ἐδούλευε στό δάσος. Κάποια ἡμέρα τοῦ ἔκλεψε κάποιος τό τσεκούρι καί ἐκεῖνος ἦλθε στήν Συχαστρία ν' ἀφήση χρήματα γιά νά κάνουν προσευχή οἱ 'Αδελφοί καί νά ἀποκαλυφθῆ ὁ κλέπτης. Τότε ὁ π. Κλεόπας τοῦ εἶπε λίγα λόγια γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς, τά ὁποῖα τόν ἔκαναν νά ξεχάση τό τσεκούρι καί νά σκέπτεται πλέον πῶς θά ἠμποροῦσε καί αὐτός νά ἀκολουθήση αὐτή τήν ὡραία μοναχική ζωή.
'Αφοῦ ἐξωμολογήθηκε στόν Πνευματικό καί ἐδιάβασε πολλά ἱερά βιβλία, ἀπεφάσισε νά ζήση μέ καθαρότητα μέ τήν σύζυγό του. 'Αλλά εἶχαν μεγάλους πειρασμούς ἀπό τόν διάβολο γιά νά μή ὑπηρετήσουν τόν Χριστό καί νά παραμείνουν στό σπίτι τους. Μία νύκτα ἦλθε ὁ διάβολος σ' αὐτούς σάν ἕνας μαῦρος καί σπανός ἄνθρωπος. Μέ τήν παρουσία του προκάλεσε ταραχές στό σπίτι. Τά τζάμια τῶν παραθύρων ἔσπασαν κι ἀκούσθηκε ἡ φωνή του πού τούς ἔλεγε: «Ταλαίπωροι, τί ἠμπορεῖτε ἐσεῖς νά κάνετε σέ μένα!»
Κατόπιν ὁ διάβολος ἐξαφανίσθηκε. Μετά ἀπό τρία χρόνια ἀνεχώρησαν καί οἱ δύο γιά τά μοναστήρια. 'Ο σύζυγος ἐπῆγε στήν Συχαστρία καί ἡ σύζυγός του στήν Μονή Παλαιά 'Αγαπία.
Μετάφρασις-ἐπιμέλεια ὑπό Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω
1999
Νοεμβρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου