Πρώτη ἀναχώρησις τοῦ π. Κλεόπα στήν ἔρημο. Μέρος Β'
Πρώτη ἀναχώρησις τοῦ π. Κλεόπα στήν ἔρημο. Μέρος Β'
Ἡ ζωή καί οἱ ἀγῶνες τοῦ Γέροντος π. Κλεόπα Ἡλίε
π.Ἰωαννίκιος Μπάλαν
῞Οσο καιρό ἔμεινε σ' αὐτόν τόν τόπο, τόν βοηθοῦσαν ὁ Πνευματικός του π. 'Ιωήλ Γεωργίου, ὁ τσοπάνης, μοναχός 'Αντώνιος καί ἕνας Χριστιανός ἀπό τό χωριό Μιτόκου. Τό σύνθημα συναντήσεως μέ τόν π. 'Αντώνιο ἦτο αὐτό: 'Ο μοναχός κτυποῦσε μία φορά σ' ἕνα ξύλο καί, ἐάν ὁ Πατήρ ἄκουγε τό κτύπημα, κτυποῦσε κι αὐτός μία φορά, σέ ἄλλο δένδρο. 'Εάν ὁ ἕνας δέν ἀπαντοῦσε, ὁ ἄλλος ἐπερίμενε μέχρι νά ἀκούση τό καθορισμένο σύνθημα.
'Ο πατήρ 'Ιωήλ τοῦ ἔφερε τρόφιμα, ἁλάτι, σιτάρι, παξιμάδι καί τά ἔβαζε κάτω ἀπό ἕνα δένδρο, γιά νά μή γνωρίζη κανείς, τόν τόπο ὅπου εὑρισκόταν ἡ σπηλιά του.
'Ο πατήρ Κλεόπας ἀγωνιζόταν πολύ στήν σπηλιά του, προσευχόμενος ἡμέρα καί νύκτα. Γι'αὐτό καί οἱ δαίμονες τοῦ προξενοῦσαν πολλούς πειρασμούς καί τόν ἐτάραζαν εἴτε ἦτο ξύπνιος εἴτε κοιμώμενος. 'Ακόμη τόν ἐφόβιζαν μέ διάφορες φαντασίες, ὅπως ἔλεγε ἀργότερα στούς μαθητάς του:
«Κάποια φορά τά μεσάνυκτα, ἐδιάβαζα τόν κανόνα τῶν προσευχῶν μου καί συγκεκριμένα τούς Χαιρετισμούς τῆς Θεοτόκου. Ξαφνικά ἄρχισε νά ἀκούγεται ἔνα δυνατό κατρακύλισμα. 'Εγώ εἶπα ὅτι θά εἶναι μεγάλος σεισμός! ῞Οταν ἄνοιξα λίγο τήν πορτίτσα μου, εἶδα ἕνα στρατιωτικό ἅρμα καί ἀρκετούς μαύρους στρατιῶτες ἐπάνω σ'αὐτό πού κρατοῦσαν πύρινα ρόπαλα.
῞Ενας ἀπ' αὐτούς εἶπε: «Αὐτός εἶναι ὁ στάρετς τῆς Συχαστρίας! Βάλτε τον ἐπάνω στό ἅρμα!» Κι ἀμέσως ἐνόμισα ὅτι εὑρέθηκα ἐπάνω. Οἱ ρόδες τοῦ ἅρματος ἄρχισαν νά περιστρέφωνται κι αὐτοί ἦσαν ἕτοιμοι μέ τά πύρινα ρόπαλά τους νά μέ κτυπήσουν καί ρίξουν κάτω.
'Εγώ εἶχα μαζί μου τό Βιβλίο τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Θεοτόκου καί εἶπα: «'Αφῆστε με λίγο, διότι ἔχω ἕνα κείμενο νά διαβάσω στήν Κυρία Θεοτόκο!» Τήν ἴδια στιγμή εἶχαν ἐξαφανισθῆ τά πάντα. Δέν εἶδα οὔτε ἅρμα οὔτε κανέναν. . . καί ἐπέστρεψα στήν καλύβα μου».
'Ο πατήρ Κλεόπας καθημερινά ἐδιάβαζε τούς Χαιρετισμούς τῆς Παναγίας. Κάποια ἡμέρα, ὅταν ἄνοιξε τό βιβλίο νά διαβάση, αἰσθάνθηκε μία ὡραία εὐωδία σάν κρῖνο καί τριαντάφυλλο. Τότε προσευχήθηκε στόν Κύριο νά τόν διαφυλάξη ἀπό τυχόν παγίδες τοῦ πονηροῦ καί, ἐάν δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό αὐτή ἡ εὐωδία νά τήν ἀπομακρύνη. ῎Ελεγε ὅτι αὐτή ἡ εὐωδία ἴσως νά ἦτο ἀπάτη τῶν δαιμόνων γιά νά τόν ρίξουν στήν ὑπερηφάνεια. Διότι ἔλεγε συχνά ὁ π. Κλεόπας:«῞Οταν προσεύχεσαι μή δέχεσαι τήν παραμικρή αἴσθησι εὐωδίας ἤ κάποια αἰσθητή ὡραία ἐμπειρία, διότι τότε, μποροῦν νά παρουσιασθοῦν οἱ δράκοντες καί θά σέ ρίξουν στήν ὑπερηφάνεια». ῞Οταν ἄρχισε πάλι τήν ἀνάγνωσι τοῦ 'Ακαθίστου ῞Υμνου, δέν αἰσθάνθηκε πάλι αὐτό τό ἄρωμα. ῎Ισως ὅμως καί νά προερχόταν κι ἀπό τήν Χάρι τῆς Παναγίας μας. Γι'αὐτό, τέτοια φαινόμενα, ὀφείλουμε νά τά ἐξομολογούμεθα στόν Γέροντά μας. Αὐτός μέ πολλή προσευχή καί χωρίς βιασύνη θά μᾶς εἰπῆ τί ἀκριβῶς συμβαίνει.
Μετά ἀπό ἕξι μῆνες παραμονῆς στά βουνά, ὁ π. Κλεόπας ἐπέστρεψε στήν Συχαστρία πρός μεγάλη χαρά ὅλων, τόσο τῶν μοναχῶν, ὅσο καί τῶν εὐλαβῶν Χριστιανῶν.
Μετά ἀπό 40 χρόνια ὁ π. Κλεόπας μαζί μέ δύο ὑποτακτικούς του, ξεκίνησαν γιά τό δάσος νά ἀναζητήσουν τήν σπηλιά στήν ὁποία ἔμενε τό ἔτος 1948. 'Εξερεύνησαν σιγά-σιγά ἐκείνους τούς τόπους, ὅπου ὁ ἴδιος ἀσκήτευσε, ἀλλά δέν ἠμπόρεσαν νά εὕρουν τήν τοποθεσία. Μετά ἐπῆγαν μακρύτερα. ῞Οταν ἐπέστρεφαν ὄντες κουρασμένοι, σταμάτησαν στήν ἄκρη μιᾶς χαράδρας γιά νά γευθοῦν κάτι.
Τήν ὥρα πού ἔτρωγαν, ὁ π. Κλεόπας παρετήρησε ὅτι ἐκάθοντο ἀκριβῶς ἐπάνω στόν τόπο τῆς ὑπογείου καλύβας του. *Ητο ὅμως κατεστραμμένη. 'Ημποροῦσαν ὅμως νά ἰδοῦν κομμάτια ἀπό τήν ξυλεία, σίδερα καί σανίδια. 'Ο Πατήρ ἦτο πολύ χαρούμενος διότι εὑρῆκε τήν σπηλιά, στήν ὁποία ἔμεινε στήν νεότητά του καί εἶπε: «'Ιδού ἕνα ἀληθινό θαῦμα! ῞Οταν εἴπαμε ὅτι ματαίως ἐδῶ κοπιάσαμε ὁ Κύριος μᾶς χαροποίησε μέ τήν ἀνακάλυψι τῆς καλύβας μου!» Κατόπιν, δοξάζοντας τόν Θεό, ἐπέστρεψαν στό Μοναστήρι.
Μετάφρασις-ἐπιμέλεια ὑπό Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω
1999
7 Αὐγούστου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου